... άρθρο του Πέτρου Παπαπολυβίου αναπληρωτή καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Κύπρου στην κυπριακή εφημερίδα "Φιλελεύθερος"...
Ένας από τους ήρωες του ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940-1941, ήταν ο ποδοσφαιριστής του Παναθηναϊκού και της Εθνικής Ελλάδος Δημήτρης (Μίμης) Πιερράκος, γνωστός στα ελληνικά γήπεδα ως «Μπρακ». Ο Πιερράκος συνδέεται στενά και με το κυπριακό ποδόσφαιρο, καθώς υπήρξε προπονητής και ποδοσφαιριστής της «Ανόρθωσης» για μια τριετία (1933-1936), έχοντας εποχή στο νησί μας, την εποχή της καθιέρωσης του ποδοσφαίρου ως του κυρίαρχου μαζικού αθλήματος.
Ο Μίμης Πιερράκος, για τον οποίο υπάρχουν τα τελευταία χρόνια, με τη στροφή των ερευνητών αλλά και των ποδοσφαιρόφιλων στη μελέτη της ιστορίας του ποδοσφαίρου και των οπαδικών συμβολισμών και συλλογικοτήτων, πολλές βιβλιογραφικές αναφορές (τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο) και έντονο ενδιαφέρον, γεννήθηκε στο Γύθειο το 1909 και ζούσε με την οικογένειά του στους Αμπελόκηπους, στην Αθήνα. Εντάχθηκε από παιδί στην ποδοσφαιρική ομάδα του Παναθηναϊκού με τον οποίο πήρε το πρωτάθλημα το 1930.
Μάλιστα στο επικό για την ελληνική ποδοσφαιρική ιστορία «ματς της οκτάρας» επί του Ολυμπιακού Πειραιώς (8-2, 1 Ιουνίου 1930) σημείωσε δύο γκολ. Προπονητής του Παναθηναϊκού σε εκείνο το ματς ήταν ο Γιόζεφ Κιούνσλερ, κατόπιν θρυλική μορφή του κυπριακού ποδοσφαίρου και του ΑΠΟΕΛ. Το 1933, στα 24 του χρόνια, ο Πιερράκος δέχτηκε την πρόσκληση της Ανόρθωσης και κατέβηκε στην Κύπρο, ως παίχτης - προπονητής. Για το κυπριακό ποδόσφαιρο ήταν μια πολυτέλεια, ένας «κολοσσός», όπως τον περιγράφουν με θαυμασμό οι αθλητικές συντάκτες των εφημερίδων της εποχής.
Όπως γράφει ο Γιώργος Μελετίου, στον μνημειώδη τόμο για την ιστορία της Ανόρθωσης, ήταν αυτός που πέτυχε το πρώτο γκολ της Ανόρθωσης στο πρώτο πρωτάθλημα της ΚΟΠ, το 1934, αλλά και το πρώτο χατ-τρικ του κυπριακού πρωταθλήματος. Παράλληλα, ήταν μια ευγενική φυσιογνωμία, πρότυπο συμπεριφοράς εντός και εκτός γηπέδων, ένας «εμψυχωτής της αθλητικής κινήσεως της Αμμοχώστου», όπως σημείωνε ο Τύπος κατά την οριστική αποχώρησή του από την Κύπρο, τον Απρίλιο του 1936. Ας σημειωθεί ότι και ο αντικαταστάτης του Παναγιώτης Σουρμελής, με μηνιαίο μισθό επτά λίρες, ήταν και αυτός ποδοσφαιριστής του Παναθηναϊκού, όπως και ο Αργύρης Γαβαλάς, ο αναμορφωτής της ΑΕΛ και ο θεμελιωτής του ποδοσφαίρου στη Λεμεσό.
Ο Μίμης Πιερράκος έφυγε από την Κύπρο και επέστρεψε στον Παναθηναϊκό έχοντας την υπόσχεση για να διοριστεί στη Δημαρχία ή στην Ούλεν (η εταιρεία ύδρευσης της ελληνικής πρωτεύουσας). Στις 28 Οκτωβρίου του 1940 έσπευσε να καταταχθεί στον στρατό και ζήτησε να τον στείλουν στο μέτωπο, παρότι του πρότειναν να μείνει στα μετόπισθεν. Ως ασυρματιστής, είκοσι μέρες αργότερα, στις 18 Νοεμβρίου 1940 σκοτώθηκε στο χωριό Διποταμιά της Βορείου Ηπείρου, στην περιοχή του Πόγραδετς. Συνέχιζε αμέριμνος να γράφει μια επιστολή προς τη μητέρα του και ενώ μαινόταν ο κανονιοβολισμός του ιταλικού πυροβολικού. Στην ημιτελή επιστολή του περιέγραφε πώς συνέλαβε αιχμάλωτο έναν Ιταλό αεροπόρο που είχε πέσει με το αλεξίπτωτο σε μεγάλη απόσταση από τις ελληνικές θέσεις... Ήταν ο πρώτος πεσών Έλληνας αθλητής στον πόλεμο του 1940. Θάφτηκε στην Αλβανία και δέκα χρόνια μετά τον θάνατό του ο αδελφός του Στέφανος, αξιωματικός της πολεμικής αεροπορίας, επίσης παλιός ποδοσφαιριστής του Παναθηναϊκού, εντόπισε τον τάφο του και μετέφερε τα οστά του στην Ελλάδα. Τάφηκαν με όλες τις τιμές τον Νοέμβριο του 1950 στο Νεκροταφείο Ζωγράφου, στην Αθήνα, τυλιγμένα με τη σημαία του Παναθηναϊκού. Στον τάφο ρίχτηκε χώμα από το γήπεδο της Λεωφόρου…
Στην Κύπρο ο θάνατός του τιμήθηκε με τον δέοντα σεβασμό. Τον Μάρτιο του 1941, την Κυριακή της Ορθοδοξίας, η Ανόρθωσις τέλεσε θρησκευτικό μνημόσυνο για τα τεθνεώτα μέλη της και υπέρ «του υπέρ πατρίδος πεσόντος εις το αλβανικόν μέτωπον προπονητού της, Δημητρίου Πιερράκου». Του μνημοσύνου προέστη ο τοποτηρητής της Αρχιεπισκοπής, μητροπολίτης Πάφου Λεόντιος και έγινε στο ναό του Αγίου Γεωργίου Εξορινού, στην παλιά πόλη της Αμμοχώστου. Μνημόσυνά του συνέχισαν να τελούνται και τα επόμενα χρόνια και είναι χαρακτηριστικό ότι στα παιχνίδια που έδωσε ο Παναθηναϊκός στις επισκέψεις του στην Κύπρο (1954 και 1962) τηρήθηκε μονόλεπτη σιγή στη μνήμη του.
Αξίζει να προστεθεί ότι άλλα τρία μέλη της Ανόρθωσης σκοτώθηκαν στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, υπηρετώντας εθελοντικά στον ελληνικό στρατό: Οι φοιτητές της Ιατρικής Αθηνών Βαρνάβας Ε. Σιερίφης και Λουκής Χ. Λιασίδης, στο ευζωνικό και οι δύο, τραυματίες στο Τεπελένι, πέθαναν από τα τραύματά τους, ο πρώτος στο Μεσολόγγι και ο δεύτερος στην Αθήνα και ο Ανδρέας (Άντης) Κ. Φάνος σκοτώθηκε στη Μέση Ανατολή, στην 1η Ταξιαρχία.