...αναδημοσίευση από το ert.gr...
Μπορεί ο κορονοϊός να έχει παίξει το ρόλο του στη ματαίωση εκδηλώσεων, ή στην αναβολή άλλων, όμως η διατήρηση της ιστορικής μνήμης δεν μπαίνει σε καραντίνα. Πριν από 76 χρόνια, τέλη Μαρτίου έως αρχές Απριλίου η Άνω και η Κάτω Κερασιά στη Μαγνησία, πλήρωσαν το βαρύ τίμημα του αγώνα ενάντια στους Γερμανούς κατακτητές. Πάντα στην περιοχή γίνονταν εκδηλώσεις τιμής και μνήμης, που όμως αυτή τη χρονιά, κανείς δεν είναι ακόμα σε θέση να γνωρίζει αν, πότε και με ποια μορφή θα πραγματοποιηθούν.
Από το Δημοτικό Μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος, μεταφέρουμε τη σχετική αναφορά:«Κατά τον Β´ παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε τόπος ίδρυσης της XVI Μεραρχίας και έδρα του 54ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ. Την άνοιξη του 1944 σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των γερμανικών δυνάμεων κατοχής κάηκαν και οι δυο οικισμοί. Η Άνω Κερασιά από τότε ερημώθηκε ενώ τα ερείπιά της αποτελούν σήμερα μνημείο των θηριωδιών του γερμανικού στρατού. Σημαντικά ιστορικά γεγονότα εκτυλίχθηκαν στην Ανω Κερασιά, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς αποτέλεσε το σημαντικότερο κέντρο της Εθνικής Αντίστασης στην περιοχή του Πηλίου.
“Ανταρτομάνα του Πηλίου” ήταν ο χαρακτηρισμός του χωριού, αφού από τις αρχές του 1943 έως το 1944 οι κάτοικοι του χωριού, στο σύνολό τους, στήριζαν τον εθνικό απελευθερωτικό αγώνα, διαθέτοντας την περιουσία τους, τον οπλισμό, τα ζώα τους κλπ. Το 1943 στον οικισμό αυτό ιδρύθηκε το 54ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ, με ακτίνα δράσης ως τη Λαμία και τη Λάρισα και με ανθρώπινο δυναμικό που έφθασε τους 3.000 άνδρες, ενώ το 1944 ιδρύθηκε η XII Μεραρχία με διοικητή τον στρατηγό Τσαμάκο.
Κατά τη διάρκεια του αντιστασιακού αγώνα λειτουργούσαν στην Άνω Κερασιά Αναρρωτήριο, αποθήκες ΕΤΑ, συνεργεία επισκευής όπλων κ.α., ενώ στο κοντινό Μοναστήρι της Σουρβιάς το οποίο βρίσκεται μεταξύ της Άνω Κερασιάς και της Λέστιανης λειτουργούσε, παράλληλα, τυπογραφική εστία αντιστασιακού τύπου.
Το 1944, από τις 28 Μαρτίου έως τις 3 Απριλίου, η πάνω Κερασιά πυρπολήθηκε από τους Γερμανούς κατακτητές με αποτέλεσμα την ολοκληρωτική καταστροφή της. Ο απολογισμός της καταστροφής μεταφράζεται σε: σαράντα ανθρώπινα θύματα, 120 διώροφες λιθόκτιστες κατοικίες μαζί με τις οικοσκευές τους, ο Ιερός Ναός των Δώδεκα Αποστόλων, που επισκευάστηκε πρόσφατα, τρία εξωκλήσια (Προφήτης Ηλίας, Αϊ Θανάσης, Αγία Παρασκευή), το Δημοτικό Σχολείο, το Κοινοτικό Κατάστημα στην πλατεία του χωριού και σημαντικές καταστροφές στην πέτρινη τοξωτή γέφυρα μαζί με 400 οικόσιτα ζώα, 46 υποζύγια και 900 αιγοπρόβατα. Έκτοτε το χωριό ερημώθηκε και οι εναπομείναντες κάτοικοι μετακόμισαν για μόνιμη εγκατάσταση στην Κάτω Κερασιά.
«Σήμερα στο πάνω χωριό κατοικούν εποχικά περί τους δέκα ανθρώπους σε όσα σπίτια διασώθηκαν από την καταστροφή και σε άλλα που κατασκευάστηκαν χωρίς τις προδιαγραφές του διατάγματος Πηλίου που ισχύει στην περιοχή, αφού η Πάνω Κερασιά δεν είναι αναγνωρισμένος οικισμός» υπογραμμίζει ο προϊστάμενος της Εφορείας Νεωτέρων Μνημείων και προσθέτει «η σημερινή εικόνα του οικισμού είναι αυτή της εγκατάλειψης, αφού ελάχιστα σπίτια είναι κατοικήσιμα, ενώ τα περισσότερα είναι σε ερειπιώδη κατάσταση».
Μπορεί ο κορονοϊός να έχει παίξει το ρόλο του στη ματαίωση εκδηλώσεων, ή στην αναβολή άλλων, όμως η διατήρηση της ιστορικής μνήμης δεν μπαίνει σε καραντίνα. Πριν από 76 χρόνια, τέλη Μαρτίου έως αρχές Απριλίου η Άνω και η Κάτω Κερασιά στη Μαγνησία, πλήρωσαν το βαρύ τίμημα του αγώνα ενάντια στους Γερμανούς κατακτητές. Πάντα στην περιοχή γίνονταν εκδηλώσεις τιμής και μνήμης, που όμως αυτή τη χρονιά, κανείς δεν είναι ακόμα σε θέση να γνωρίζει αν, πότε και με ποια μορφή θα πραγματοποιηθούν.
Από το Δημοτικό Μουσείο Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος, μεταφέρουμε τη σχετική αναφορά:«Κατά τον Β´ παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε τόπος ίδρυσης της XVI Μεραρχίας και έδρα του 54ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ. Την άνοιξη του 1944 σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των γερμανικών δυνάμεων κατοχής κάηκαν και οι δυο οικισμοί. Η Άνω Κερασιά από τότε ερημώθηκε ενώ τα ερείπιά της αποτελούν σήμερα μνημείο των θηριωδιών του γερμανικού στρατού. Σημαντικά ιστορικά γεγονότα εκτυλίχθηκαν στην Ανω Κερασιά, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς αποτέλεσε το σημαντικότερο κέντρο της Εθνικής Αντίστασης στην περιοχή του Πηλίου.
“Ανταρτομάνα του Πηλίου” ήταν ο χαρακτηρισμός του χωριού, αφού από τις αρχές του 1943 έως το 1944 οι κάτοικοι του χωριού, στο σύνολό τους, στήριζαν τον εθνικό απελευθερωτικό αγώνα, διαθέτοντας την περιουσία τους, τον οπλισμό, τα ζώα τους κλπ. Το 1943 στον οικισμό αυτό ιδρύθηκε το 54ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ, με ακτίνα δράσης ως τη Λαμία και τη Λάρισα και με ανθρώπινο δυναμικό που έφθασε τους 3.000 άνδρες, ενώ το 1944 ιδρύθηκε η XII Μεραρχία με διοικητή τον στρατηγό Τσαμάκο.
Κατά τη διάρκεια του αντιστασιακού αγώνα λειτουργούσαν στην Άνω Κερασιά Αναρρωτήριο, αποθήκες ΕΤΑ, συνεργεία επισκευής όπλων κ.α., ενώ στο κοντινό Μοναστήρι της Σουρβιάς το οποίο βρίσκεται μεταξύ της Άνω Κερασιάς και της Λέστιανης λειτουργούσε, παράλληλα, τυπογραφική εστία αντιστασιακού τύπου.
Το 1944, από τις 28 Μαρτίου έως τις 3 Απριλίου, η πάνω Κερασιά πυρπολήθηκε από τους Γερμανούς κατακτητές με αποτέλεσμα την ολοκληρωτική καταστροφή της. Ο απολογισμός της καταστροφής μεταφράζεται σε: σαράντα ανθρώπινα θύματα, 120 διώροφες λιθόκτιστες κατοικίες μαζί με τις οικοσκευές τους, ο Ιερός Ναός των Δώδεκα Αποστόλων, που επισκευάστηκε πρόσφατα, τρία εξωκλήσια (Προφήτης Ηλίας, Αϊ Θανάσης, Αγία Παρασκευή), το Δημοτικό Σχολείο, το Κοινοτικό Κατάστημα στην πλατεία του χωριού και σημαντικές καταστροφές στην πέτρινη τοξωτή γέφυρα μαζί με 400 οικόσιτα ζώα, 46 υποζύγια και 900 αιγοπρόβατα. Έκτοτε το χωριό ερημώθηκε και οι εναπομείναντες κάτοικοι μετακόμισαν για μόνιμη εγκατάσταση στην Κάτω Κερασιά.
«Σήμερα στο πάνω χωριό κατοικούν εποχικά περί τους δέκα ανθρώπους σε όσα σπίτια διασώθηκαν από την καταστροφή και σε άλλα που κατασκευάστηκαν χωρίς τις προδιαγραφές του διατάγματος Πηλίου που ισχύει στην περιοχή, αφού η Πάνω Κερασιά δεν είναι αναγνωρισμένος οικισμός» υπογραμμίζει ο προϊστάμενος της Εφορείας Νεωτέρων Μνημείων και προσθέτει «η σημερινή εικόνα του οικισμού είναι αυτή της εγκατάλειψης, αφού ελάχιστα σπίτια είναι κατοικήσιμα, ενώ τα περισσότερα είναι σε ερειπιώδη κατάσταση».