O Γιώργος Καλογερόπουλος ήταν τελώνης στη Σάμο και εκεί τον βρήκε ο πόλεμος και η κατοχή. Όταν κατέλαβαν το νησί οι Γερμανοί (το 1941 γιατί υπήρξε παρέμβασή τους και βομβαρδισμός και το 1943 μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών και την αποχώρησή τους από το νησί), ένας αξιωματικός επισκέφτηκε τον τελώνη. Του ζήτησε να ανακοινωθεί ότι απαγορεύεται οι βαρκάρηδες να ψαρεύουν τη νύχτα και να το κάνουν μόνο με ειδική άδεια για τη μέρα.
Ο τελώνης αντέδρασε λέγοντας ότι αυτό - το ημερήσιο ψάρεμα - δεν θα ήταν αποδοτικό και ο Γερμανός έφυγε.
Τότε στη Γκεστάπο δούλευε ως γραμματέας μία που ονομάζονταν Καστάνω και την είχαν πάρει από γραμματέα του τελώνη, γιατί ήξερε γερμανικά.
Η Καστάνω αντελήφθη ότι η Γκεστάπο καταδίκασε ερήμην του τον Καλογερόπουλο σε θάνατο, μόνο και μόνο επειδή εξέφρασε τις επιφυλάξεις του στον γκεσταπίτη αξιωματικό που τον είχε επισκεφτεί και τον ενημέρωσε αμέσως.
Ο Γιώργος Καλογερόπουλος τη νύχτα, παίροντας προφυλάξεις για να μην γίνει αντιληπτός, πήρε μία βάρκα, έβαλε μέσα στη σύζυγό του και την κόρη του και έφτασε στο Κουσάντασι, εκείνες τις «παγερές» πρώτες μέρες της γερμανικής κατοχής του 1941.
Τσεσμές |
Ο τελώνης είχε βγάλει το σχολαρχείο που εκείνα τα χρόνια ήταν αρκετό για να θεωρηθεί κανείς μορφωμένος σε ικανοποιητικό βαθμό. Έτσι η σκιώδης ελληνική κυβέρνηση της Μέσης Ανατολής, τον διόρισε διοικητή του προσφυγικού στρατοπέδου «Μοχάμεντ» στη Γάζα. Εκεί γεννήθηκε το 1942 ο ένας του γιος και το 1945 ο άλλος, ο Θεόδωρος Καλογερόπουλος που μας διηγήθηκε την ιστορία και για το λόγο αυτό τον ευχαριστούμε.
Μετά τη λήξη του πολέμου η ΟΥΝΡΑ η υπηρεσία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, του πρότεινε αν θέλει να πάει στις ΗΠΑ. Αρνήθηκε και επέστρεψε στη Σάμο ασκώντας τα ίδια καθήκοντα. Ακολούθησαν μεταθέσεις μέχρι που ολοκλήρωσε την επαγγελματική του πορεία σαν γενικός διευθυντής Τελωνείου.
Την Κυριακή 1η Μαρτίου 2020 στο ert.gr: Οι Λέσβιοι πρόσφυγες στο Β’ ΠΠ – Η ιστορία του Παντελή Χαλδέζου