...αναδημοσίευση από το sports.ert.gr και το ert.gr...
του Νάσου Μπράτσου
Βρισκόμαστε στην αντίστροφη μέτρηση για τη νέα αθλητική περίοδο, με όλες τις διοργανώσεις να ξεκινούν έχοντας στις πλάτες τους τις συνέπειες της πανδημίας. Όπως και να έχει ποτέ ο αθλητισμός δεν άρχιζε και δεν τελείωνε μόνο μέσα στις γραμμές των αγωνιστικών χώρων. Με αυτή την αφετηρία το νέο βιβλίο του δημοσιογράφου Θανάση Βογιατζή που κυκλοφόρησε μέσα στο καλοκαίρι, αν και ο αρχικός προγραμματισμός ήταν για τις αρχές του 2020, αλλά η πανδημία οδήγησε σε αλλαγές στόχων, αποτελεί ένα σημαντικό»εργαλείο». Όχι μόνο για να μπούμε στην «αθλητική οπτική», αλλά για δούμε τη σύνδεση του αθλητισμού με την κοινωνία σαν «αντίβαρο» στην είσοδο των επιχειρηματιών και της εμπορευματοποίησης.
«Η Νίκη μας και πάλι πρωτάθλημα θα πάρει!…» από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», είναι ο τίτλος του βιβλίου και δεν περιορίζεται μόνο σε ιστορικά – αθλητικά θέματα της Νίκης Βόλου. Είχαμε την ευκαιρία να ακούσουμε το συγγραφέα σε συνέντευξή του στην ΕΡΑ Σπορ, να μιλάει για τη δουλειά του.
Όπως μας είχε πει μεταξύ άλλων: «Ο τίτλος του βιβλίου είναι από ένα τραγούδι του Μεσοπολέμου για τη Νίκη Βόλου, που μου το είχε μάθει η προσφυγίνα γιαγιά μου και ο επόμενος στίχος ήταν, γιατί έχει αρχηγό Bουρούκο και «γιατρό».
Για το βιβλίο χρειάστηκε έρευνα 10 χρόνων, ενώ παράλληλα έκανα και άλλες συγγραφικές δουλειές σε περιόδους όπως η κατοχή, ο εμφύλιος, ο δοσιλογισμός.
Εκεί διαπίστωσα πως «περνούσε» ο αθλητισμός μέσα από τέτοια γεγονότα, πως τα επηρέαζε και πόσο των επηρέαζαν και αυτόν.
Η Νίκη Βόλου είναι εμβληματική ομάδα γιατί η ζωή της διατρέχει το Μεσοπόλεμο, την κατοχή, τον εμφύλιο, τη δεκαετία του ’60 κλπ
Είναι γέννημα της μικρασιατικής καταστροφής αφού αν δεν είχε συμβεί και δεν έφταναν οι πρόσφυγες, δεν θα είχε δημιουργηθεί η Νίκη Βόλου.
Η ομάδα είχε (όπως και άλλα σωματεία της εποχής) αθλητές που έδωσαν τη ζωή τους στη διάρκεια της κατοχής δρώντας στην Εθνική Αντίσταση.
Το 1966 τελειώνει το βιβλίο, τότε η Ν.Ιωνία Βόλου είχε 16.000 κατοίκους και τώρα 45.000 και πρέπει να πούμε ότι και όσοι ήρθαν στην περιοχή μεταγενέστερα, κυρίως από τη Δυτική Θεσσαλία, ενσωματώθηκαν στην αντίληψη της ομάδας.
Επίσης καταγράφονται τα κοινωνικά, πολιτικά γεγονότα της πόλης και η πορεία των άλλων ομάδων της περιοχής της Μαγνησίας».
Πολύπλευρη η δράση της Νίκης Βόλου (το 1964 είχε διοργανώσει συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη στο Βόλο) και όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στα εισαγωγικά κείμενα του βιβλίου: «Μια φορά και έναν καιρό ήταν το ποδόσφαιρο, όχι έτσι όπως το ξέρουμε σήμερα… «Τότε στις γειτονιές οι πιτσιρίκοι άρχισαν να κλοτσούν αυτό που έλεγαν “μπάλα”. Υπήρχαν και μερικοί πιο μεγάλοι, που οι μισοί διέθεταν ποδοσφαιρικές φανέλες και οι υπόλοιποι ποδοσφαιρικά παπούτσια και έπαιζαν μεταξύ τους.
Είχαν συγκροτήσει τις πρώτες συνοικιακές ομάδες και έπαιζαν ποδόσφαιρο ώρες ολόκληρες, διότι ο αγώνας δε διεξαγόταν σε κανονική ώρα, αλλά σε τέρματα.» Και μετά; Και μετά; «Η δημιουργία επαγγελματικού ποδοσφαίρου δεν είναι πλέον φήμη, αφού η ΕΠΟ είχε αποστείλει στις οικείες ενώσεις-μέλη της το σχέδιο για τη μετατροπή της Α΄ Εθνικής σ’ επαγγελματική κατηγορία, που θα διαχωρίζεται από τις υπόλοιπες κατηγορίες που παραμένουν ημιεπαγγελματικές και ερασιτεχνικές.
Η μετατροπή του ποδοσφαίρου σε καθαρά εμπορική δραστηριότητα είχε ξεκινήσει και πλέον “πού να χωρέσει τ’ όνειρο σε κάμαρα δυο πήχες…”.» Όμως, η καινούργια αυτή έκδοση της Σύγχρονης Εποχής δεν αφορά αποκλειστικά και μόνο το βολιώτικο ποδόσφαιρο, ούτε την ιστορία της ομάδας των Μικρασιατών προσφύγων –της Νίκης Βόλου. Αφορά και την ίδια την ιστορία του εργατικού-λαϊκού κινήματος του Βόλου σε διάστημα σχεδόν 60 χρόνων».
Το βιβλίο του Θανάση Βογιατζή αποτυπώνει τόσο καλά την κοινωνική και αθλητική περίοδο στην οποία αναφέρεται που από τις σελίδες του "βγαίνουν μυρωδιές". Η μυρωδιά του βασιλικού στα παράθυρα και του φρέσκου ασβέστη από τα προσφυγικά σπίτια στη Νέα Ιωνία Βόλου, του χώματος που το έχει ποτίσει η υδροφόρα στο γήπεδα για να το κάνει πιο μαλακό, του ιδρώτα στην κοπιαστική εργασία, αλλά και της προσπάθειας μέσα στο γήπεδο, της πορτοκαλάδας που πίνει ο πιτσιρικάς σκαρφαλωμένος σε μία μάντρα για να παρακολουθήσει τον αγώνα.
«Εξοπλισμός» λοιπόν για τους φίλους του αθλητισμού, με το βιβλίο ενός ακούραστου ερευνητή της κοινωνικής και αθλητικής ιστορίας του Βόλου και της ευρύτερης περιοχής.
του Νάσου Μπράτσου
Βρισκόμαστε στην αντίστροφη μέτρηση για τη νέα αθλητική περίοδο, με όλες τις διοργανώσεις να ξεκινούν έχοντας στις πλάτες τους τις συνέπειες της πανδημίας. Όπως και να έχει ποτέ ο αθλητισμός δεν άρχιζε και δεν τελείωνε μόνο μέσα στις γραμμές των αγωνιστικών χώρων. Με αυτή την αφετηρία το νέο βιβλίο του δημοσιογράφου Θανάση Βογιατζή που κυκλοφόρησε μέσα στο καλοκαίρι, αν και ο αρχικός προγραμματισμός ήταν για τις αρχές του 2020, αλλά η πανδημία οδήγησε σε αλλαγές στόχων, αποτελεί ένα σημαντικό»εργαλείο». Όχι μόνο για να μπούμε στην «αθλητική οπτική», αλλά για δούμε τη σύνδεση του αθλητισμού με την κοινωνία σαν «αντίβαρο» στην είσοδο των επιχειρηματιών και της εμπορευματοποίησης.
«Η Νίκη μας και πάλι πρωτάθλημα θα πάρει!…» από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», είναι ο τίτλος του βιβλίου και δεν περιορίζεται μόνο σε ιστορικά – αθλητικά θέματα της Νίκης Βόλου. Είχαμε την ευκαιρία να ακούσουμε το συγγραφέα σε συνέντευξή του στην ΕΡΑ Σπορ, να μιλάει για τη δουλειά του.
Όπως μας είχε πει μεταξύ άλλων: «Ο τίτλος του βιβλίου είναι από ένα τραγούδι του Μεσοπολέμου για τη Νίκη Βόλου, που μου το είχε μάθει η προσφυγίνα γιαγιά μου και ο επόμενος στίχος ήταν, γιατί έχει αρχηγό Bουρούκο και «γιατρό».
Για το βιβλίο χρειάστηκε έρευνα 10 χρόνων, ενώ παράλληλα έκανα και άλλες συγγραφικές δουλειές σε περιόδους όπως η κατοχή, ο εμφύλιος, ο δοσιλογισμός.
Εκεί διαπίστωσα πως «περνούσε» ο αθλητισμός μέσα από τέτοια γεγονότα, πως τα επηρέαζε και πόσο των επηρέαζαν και αυτόν.
Η Νίκη Βόλου είναι εμβληματική ομάδα γιατί η ζωή της διατρέχει το Μεσοπόλεμο, την κατοχή, τον εμφύλιο, τη δεκαετία του ’60 κλπ
Είναι γέννημα της μικρασιατικής καταστροφής αφού αν δεν είχε συμβεί και δεν έφταναν οι πρόσφυγες, δεν θα είχε δημιουργηθεί η Νίκη Βόλου.
Η ομάδα είχε (όπως και άλλα σωματεία της εποχής) αθλητές που έδωσαν τη ζωή τους στη διάρκεια της κατοχής δρώντας στην Εθνική Αντίσταση.
Το 1966 τελειώνει το βιβλίο, τότε η Ν.Ιωνία Βόλου είχε 16.000 κατοίκους και τώρα 45.000 και πρέπει να πούμε ότι και όσοι ήρθαν στην περιοχή μεταγενέστερα, κυρίως από τη Δυτική Θεσσαλία, ενσωματώθηκαν στην αντίληψη της ομάδας.
Επίσης καταγράφονται τα κοινωνικά, πολιτικά γεγονότα της πόλης και η πορεία των άλλων ομάδων της περιοχής της Μαγνησίας».
Πολύπλευρη η δράση της Νίκης Βόλου (το 1964 είχε διοργανώσει συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη στο Βόλο) και όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στα εισαγωγικά κείμενα του βιβλίου: «Μια φορά και έναν καιρό ήταν το ποδόσφαιρο, όχι έτσι όπως το ξέρουμε σήμερα… «Τότε στις γειτονιές οι πιτσιρίκοι άρχισαν να κλοτσούν αυτό που έλεγαν “μπάλα”. Υπήρχαν και μερικοί πιο μεγάλοι, που οι μισοί διέθεταν ποδοσφαιρικές φανέλες και οι υπόλοιποι ποδοσφαιρικά παπούτσια και έπαιζαν μεταξύ τους.
Είχαν συγκροτήσει τις πρώτες συνοικιακές ομάδες και έπαιζαν ποδόσφαιρο ώρες ολόκληρες, διότι ο αγώνας δε διεξαγόταν σε κανονική ώρα, αλλά σε τέρματα.» Και μετά; Και μετά; «Η δημιουργία επαγγελματικού ποδοσφαίρου δεν είναι πλέον φήμη, αφού η ΕΠΟ είχε αποστείλει στις οικείες ενώσεις-μέλη της το σχέδιο για τη μετατροπή της Α΄ Εθνικής σ’ επαγγελματική κατηγορία, που θα διαχωρίζεται από τις υπόλοιπες κατηγορίες που παραμένουν ημιεπαγγελματικές και ερασιτεχνικές.
Η μετατροπή του ποδοσφαίρου σε καθαρά εμπορική δραστηριότητα είχε ξεκινήσει και πλέον “πού να χωρέσει τ’ όνειρο σε κάμαρα δυο πήχες…”.» Όμως, η καινούργια αυτή έκδοση της Σύγχρονης Εποχής δεν αφορά αποκλειστικά και μόνο το βολιώτικο ποδόσφαιρο, ούτε την ιστορία της ομάδας των Μικρασιατών προσφύγων –της Νίκης Βόλου. Αφορά και την ίδια την ιστορία του εργατικού-λαϊκού κινήματος του Βόλου σε διάστημα σχεδόν 60 χρόνων».
Το βιβλίο του Θανάση Βογιατζή αποτυπώνει τόσο καλά την κοινωνική και αθλητική περίοδο στην οποία αναφέρεται που από τις σελίδες του "βγαίνουν μυρωδιές". Η μυρωδιά του βασιλικού στα παράθυρα και του φρέσκου ασβέστη από τα προσφυγικά σπίτια στη Νέα Ιωνία Βόλου, του χώματος που το έχει ποτίσει η υδροφόρα στο γήπεδα για να το κάνει πιο μαλακό, του ιδρώτα στην κοπιαστική εργασία, αλλά και της προσπάθειας μέσα στο γήπεδο, της πορτοκαλάδας που πίνει ο πιτσιρικάς σκαρφαλωμένος σε μία μάντρα για να παρακολουθήσει τον αγώνα.
«Εξοπλισμός» λοιπόν για τους φίλους του αθλητισμού, με το βιβλίο ενός ακούραστου ερευνητή της κοινωνικής και αθλητικής ιστορίας του Βόλου και της ευρύτερης περιοχής.