...αναδημοσίευση από το ert.gr...
Στα 96 του χρόνια ο Σταμάτης Δουρής, ξετυλίγει το μίτο των αναμνήσεών του και μας περιγράφει το προσφυγικό του ταξίδι κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
-Πότε έγινε το προσφυγικό σας ταξίδι;
-Έφυγα από την Ικαρία τον Ιούνιο του 1943, που τότε ήταν
κατεχόμενη από τους Ιταλούς, οι οποίοι είχαν ήπια συμπεριφορά, αλλά
υπήρχε και το μεγάλο πρόβλημα της πείνας. Όταν αποφάσισα με άλλους να
φύγουμε δεν είχαμε νέα από άλλους που είχαν προηγηθεί για το τι
αντιμετώπισαν εκεί που έφτασαν.
– Οι κατακτητές είχαν τραβήξει τις βάρκες στη στεριά και απαγόρευαν τον απόπλου, με ποιο τρόπο διαφύγατε;
-Η φυγή θα γίνονταν με βάρκα που είχε permesso, δηλαδή άδεια από τους
Ιταλούς, για να ψαρεύει και μετά να παίρνουν και αυτοί μέρος των
αλιευμάτων για τη διατροφή τους και ανήκε στο Δανιήλ Καραμπάση. Την ιδέα
να φύγουμε την έριξα εγώ και μαζί μου συμφώνησαν και αποφασίσαμε να
φύγουμε, τα παιδιά του Δανιήλ Καραμπάση, ο Κώστας και ο Βαγγέλης και ο
Γιώργος Ανταράκης που πολλοί τον ήξεραν με το παρατσούκλι «Μακανίκος».
Για το ταξίδι μία Καραμπάσαινα μας προμήθευσε με παξιμάδια από κριθάρι,
που όμως επειδή ο φούρνος είχε να δουλέψει καιρό δεν βγήκαν καλά, πάντως
τα φάγαμε.
-Πως ξεκίνησε η προσπάθεια διαφυγής;
-Για να μην κινήσουμε υποψίες πήγαμε με τα πόδια και μάλιστα μέρα στις 9πμ στο Παρθένι από όπου θα μας έπαιρνε η βάρκα. Ήρθε η βάρκα μπήκαμε μέσα, ξαπλώσαμε για να μην φαινόμαστε και φύγαμε. Όταν οι Ιταλοί είδαν ότι η βάρκα δεν γυρνούσε πίσω, ανέβηκαν στο νησάκι του φάρου στον Εύδηλο και άρχισαν να πυροβολούν, δεν έβγαλαν όμως σκάφος για να μας κυνηγήσει. Είχε καλό καιρό και φτάσαμε στην Τουρκία κωπηλατώντας στην περιοχή του Βρωμολημνιώνα.
-Υπήρξαν συνέπειες για τη φυγή σας σε πρόσωπα του οικογενειακού περιβάλλοντος;
-Πίσω στην Ικαρία, οι Ιταλοί έπιασαν τον πατέρα μου Δημήτρη Δουρή και τον κράτησαν αρκετές μέρες στον Άγιο Κήρυκο, όπου η οικογένεια του έστελνε φαγητό. Τραβολόγησαν και τον πατέρα Καραμπάση που είχε την άδεια για τη βάρκα, αλλά κάποια στιγμή τους άφησαν και τους δύο.
-Ας γυρίσουμε στην αποβίβαση στην Τουρκία.
-Στην Τουρκία μας βοήθησε ένας Τουρκοκρητικός που πρέπει να ήταν σύνδεσμος και με ένα παιδάκι μας πήγαν σε ένα τσοπάνο. Εκεί ο Μακανίκος τους άκουσε να μιλάνε και να λένε «εκμέκ» δηλαδή ψωμί και μας είπε ότι θα μας ταΐσουν, όπως και έγινε.
Ακολούθως μας πήγαν στο στρατιωτικό φυλάκιο και από εκεί με αυτοκίνητα στα Αλάτσατα, από εκεί για λίγες μέρες στον Τσεσμέ και μετά για ένα δεκαπενθήμερο στη Σμύρνη, όπου υπήρχαν πάρα πολλοί Χιώτες πρόσφυγες.
-Μετά την Τουρκία που πήγατε;
-Από την Τουρκία ξεκινήσαμε με τρένο, περάσαμε και από το Χαλέπι και τελικά καταλήξαμε στην Αλεξάνδρεια, ένα μήνα μετά τη μέρα που φύγαμε από την Ικαρία.
Εκεί επιστρατεύτηκα και γνώρισα αρκετούς που ήταν ήδη στελέχη της Αντιφασιστικής Στρατιωτικής Οργάνωσης (ΑΣΟ), όπως ο Τσαμουταλίδης, ο Πέτρος Ανδριώτης και άλλοι.
Μας πήγαν στο ΠΚΠ, έτσι το λέγαμε, που ήταν στρατιωτικό κέντρο και μετά σε μονάδα στο Καπρίτ, εγώ ήμουν ράφτης και με χαρακτήρισαν απαραίτητο.
Όταν εκδηλώθηκε η αντιφασιστική εξέγερση στο στρατό, μας πήγαν στα «σύρματα», αρχικά στη Φανάρα στην Αίγυπτο και μετά στη Λιβύη, σε άλλο στρατόπεδο των «συρμάτων», εκεί θυμάμαι και τον Φώτη Αγγουλέ.
-Πότε επιστρέψατε;
-Επιστρέψαμε το 1946 ξεκινώντας από το Τομπρούκ με το πλοιάριο Ρόδος που μας πήγε στη Σάμο. Από εκεί με καΐκι που αν θυμάμαι καλά ήταν του Κώστα Χονδρουδάκη φτάσαμε στον Άγιο Κήρυκο της Ικαρίας.
Συνέντευξη: Νάσος Μπράτσος
Υ.Γ. σχολιασμός της συνέντευξης: Σημαντικό στοιχείο που αναφέρει ο Σταμάτης Δουρής, είναι η ύπαρξη άδειας αλιείας, καθώς σε άλλες μαρτυρίες αναφέρονται παρόμοιες άδειες σε άλλα νησιά, αλλά μέχρι τώρα δεν είχε αναφερθεί κάτι τέτοιο με συγκεκριμένο όνομα βαρκάρη για την Ικαρία, όπου είχαμε μαρτυρίες για άδειες μεταφοράς σε καΐκια, για φορτία όπως ξύλα, κλπ
Η προσφορά του Τουρκοκρητικού μνημονεύεται και από άλλους πρόσφυγες εκείνης της εποχής.
Η συνέντευξη είναι προδημοσίευση από μελλοντική τρίτη έκδοση του βιβλίου «Αιγαιοπελαγίτες Πρόσφυγες στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο» (εκδόσεις Νότιος Άνεμος). Ήδη κυκλοφορεί η Β’ έκδοση με εμπλουτισμένο υλικό και πρόσθετες μαρτυρίες και στοιχεία σε σχέση με την πρώτη.
Ευχαριστούμε το Δημήτρη Δουρή, την Ανδρονίκη Δουρή και τον Πέτρο Μπακατσέλο για την οργανωτική βοήθεια για την πραγματοποίηση της συνέντευξης.
Στα 96 του χρόνια ο Σταμάτης Δουρής, ξετυλίγει το μίτο των αναμνήσεών του και μας περιγράφει το προσφυγικό του ταξίδι κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
-Πότε έγινε το προσφυγικό σας ταξίδι;
– Οι κατακτητές είχαν τραβήξει τις βάρκες στη στεριά και απαγόρευαν τον απόπλου, με ποιο τρόπο διαφύγατε;
Παρθένι – το σημείο διαφυγής |
-Πως ξεκίνησε η προσπάθεια διαφυγής;
-Για να μην κινήσουμε υποψίες πήγαμε με τα πόδια και μάλιστα μέρα στις 9πμ στο Παρθένι από όπου θα μας έπαιρνε η βάρκα. Ήρθε η βάρκα μπήκαμε μέσα, ξαπλώσαμε για να μην φαινόμαστε και φύγαμε. Όταν οι Ιταλοί είδαν ότι η βάρκα δεν γυρνούσε πίσω, ανέβηκαν στο νησάκι του φάρου στον Εύδηλο και άρχισαν να πυροβολούν, δεν έβγαλαν όμως σκάφος για να μας κυνηγήσει. Είχε καλό καιρό και φτάσαμε στην Τουρκία κωπηλατώντας στην περιοχή του Βρωμολημνιώνα.
-Υπήρξαν συνέπειες για τη φυγή σας σε πρόσωπα του οικογενειακού περιβάλλοντος;
-Πίσω στην Ικαρία, οι Ιταλοί έπιασαν τον πατέρα μου Δημήτρη Δουρή και τον κράτησαν αρκετές μέρες στον Άγιο Κήρυκο, όπου η οικογένεια του έστελνε φαγητό. Τραβολόγησαν και τον πατέρα Καραμπάση που είχε την άδεια για τη βάρκα, αλλά κάποια στιγμή τους άφησαν και τους δύο.
-Ας γυρίσουμε στην αποβίβαση στην Τουρκία.
-Στην Τουρκία μας βοήθησε ένας Τουρκοκρητικός που πρέπει να ήταν σύνδεσμος και με ένα παιδάκι μας πήγαν σε ένα τσοπάνο. Εκεί ο Μακανίκος τους άκουσε να μιλάνε και να λένε «εκμέκ» δηλαδή ψωμί και μας είπε ότι θα μας ταΐσουν, όπως και έγινε.
Ακολούθως μας πήγαν στο στρατιωτικό φυλάκιο και από εκεί με αυτοκίνητα στα Αλάτσατα, από εκεί για λίγες μέρες στον Τσεσμέ και μετά για ένα δεκαπενθήμερο στη Σμύρνη, όπου υπήρχαν πάρα πολλοί Χιώτες πρόσφυγες.
-Μετά την Τουρκία που πήγατε;
-Από την Τουρκία ξεκινήσαμε με τρένο, περάσαμε και από το Χαλέπι και τελικά καταλήξαμε στην Αλεξάνδρεια, ένα μήνα μετά τη μέρα που φύγαμε από την Ικαρία.
Εκεί επιστρατεύτηκα και γνώρισα αρκετούς που ήταν ήδη στελέχη της Αντιφασιστικής Στρατιωτικής Οργάνωσης (ΑΣΟ), όπως ο Τσαμουταλίδης, ο Πέτρος Ανδριώτης και άλλοι.
Μας πήγαν στο ΠΚΠ, έτσι το λέγαμε, που ήταν στρατιωτικό κέντρο και μετά σε μονάδα στο Καπρίτ, εγώ ήμουν ράφτης και με χαρακτήρισαν απαραίτητο.
Όταν εκδηλώθηκε η αντιφασιστική εξέγερση στο στρατό, μας πήγαν στα «σύρματα», αρχικά στη Φανάρα στην Αίγυπτο και μετά στη Λιβύη, σε άλλο στρατόπεδο των «συρμάτων», εκεί θυμάμαι και τον Φώτη Αγγουλέ.
-Πότε επιστρέψατε;
-Επιστρέψαμε το 1946 ξεκινώντας από το Τομπρούκ με το πλοιάριο Ρόδος που μας πήγε στη Σάμο. Από εκεί με καΐκι που αν θυμάμαι καλά ήταν του Κώστα Χονδρουδάκη φτάσαμε στον Άγιο Κήρυκο της Ικαρίας.
Συνέντευξη: Νάσος Μπράτσος
Υ.Γ. σχολιασμός της συνέντευξης: Σημαντικό στοιχείο που αναφέρει ο Σταμάτης Δουρής, είναι η ύπαρξη άδειας αλιείας, καθώς σε άλλες μαρτυρίες αναφέρονται παρόμοιες άδειες σε άλλα νησιά, αλλά μέχρι τώρα δεν είχε αναφερθεί κάτι τέτοιο με συγκεκριμένο όνομα βαρκάρη για την Ικαρία, όπου είχαμε μαρτυρίες για άδειες μεταφοράς σε καΐκια, για φορτία όπως ξύλα, κλπ
Η προσφορά του Τουρκοκρητικού μνημονεύεται και από άλλους πρόσφυγες εκείνης της εποχής.
Η συνέντευξη είναι προδημοσίευση από μελλοντική τρίτη έκδοση του βιβλίου «Αιγαιοπελαγίτες Πρόσφυγες στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο» (εκδόσεις Νότιος Άνεμος). Ήδη κυκλοφορεί η Β’ έκδοση με εμπλουτισμένο υλικό και πρόσθετες μαρτυρίες και στοιχεία σε σχέση με την πρώτη.
Ευχαριστούμε το Δημήτρη Δουρή, την Ανδρονίκη Δουρή και τον Πέτρο Μπακατσέλο για την οργανωτική βοήθεια για την πραγματοποίηση της συνέντευξης.