Ικαριώτες Πρόσφυγες στο Β Παγκόσμιο Πόλεμο Α μέρος

https://www.youtube.com/watch?v=C625SYZQJ9U

Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2025

Παναγιώτης Σαμάρας, ο Λέσβιος Λαογράφος, Ιστορικός και Εκπαιδευτικός, με την πολύπλευρη και ανεκτίμητη κοινωνική προσφορά.

 


Φίλοι Ιστορικής Μνήμης και Πολιτιστικής Δημιουργίας.


 Παναγιώτης  Σαμάρας, ο Λέσβιος Λαογράφος, Ιστορικός και Εκπαιδευτικός, με την πολύπλευρη και ανεκτίμητη κοινωνική προσφορά.               

*Αφιέρωμα στα 40 χρόνια από τον θάνατο του.


Ο Παναγιώτης Σαμάρας είδε το φώς της ζωής στα Λουτρά το 1906, από όπου κράτησε την παιδική μνήμη να ψαρεύει με αυτοσχέδιους καλαθένιους κύρτους στο Ακόθ.  Μετακόμισε μικρός με την οικογένειά του, στο Νιό Χωριό της Μυτιλήνης

Γεννήθηκε σε φτωχή οικογένεια και πάλεψε πολύ σκληρά για να μπορέσει να πετύχει τους στόχους και τα όνειρά του. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Με ομάδα νέων Δημοτικιστών, υποδέχθηκε τον Γιάννη Ψυχάρη στη Μυτιλήνη το καλοκαίρι του 1925. Πρωτοδιορίστηκε καθηγητής στις Σέρρες όπου και γνώρισε την μετέπειτα σύζυγό του Βέτα. Σύντομα μετατέθηκε στη Μυτιλήνη και συνέδεσε τη ζωή του μόνιμα με τη Λέσβο μέχρι τη συνταξιοδότησή του, εκτός από το μικρό διάστημα το 1951-1952, που δίδαξε στο ελληνικό Γυμνάσιο του Χαρτούμ.

Άψογος και με υποδειγματική ευσυνειδησία στα εκπαιδευτικά του καθήκοντα, με τρόπο διδασκαλίας ζωντανό και γλαφυρό, κέρδισε τη θέση του ανάμεσα στους μεγάλους Λέσβιους εκπαιδευτικούς και  τον τιμητικό τίτλο «Δάσκαλος».


Η μεγάλη αγάπη για τον τόπο του τον οδήγησε στη συστηματική συγκέντρωση, μελέτη και επεξεργασία στοιχείων για την ιστορία και την Λαογραφία της Μυτιλήνης. Στο αρχείο του συμπεριλαμβάνονται πολλά βιβλία, μελέτες, άρθρα και διαλέξεις για την εκπαίδευση, την τοπογραφία, τα ιστορικά πρόσωπα, τα κτίσματα, τα ήθη και τα έθιμα του νησιού. Πρωτοστάτησε στην συγκέντρωση λαογραφικού υλικού από το 1960, συμμετέχοντας ενεργά στην δημιουργία του «Εθνικού Λαϊκού Μουσείου Λέσβου», που εγκαινιάσθηκε στις 30-4-1961 σε αίθουσα του Α’ Γυμνασίου Αρρένων Μυτιλήνης*.

 Το 1944 η σύζυγός υπέστη νευρικό κλονισμό, όταν έμαθε ότι οι Βούλγαροι φασίστες, εξόντωσαν την οικογένειά της στην Τζουμαγιά Σιδηροκάστρου. Την μετέφερε για θεραπεία στην Αθήνα, χωρίς άδεια των κατοχικών αρχών. Όταν αναζητούσε καΐκι στο λιμάνι του Πειραιά για να γυρίσει στη Μυτιλήνη, τον συνέλαβαν οι ναζί ως ύποπτο διαφυγής στη Μέση Ανατολή, τον φυλάκισαν και τον βασάνισαν στα φρικτά κρατητήρια της οδού Μέρλιν και στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου. Όταν έφυγαν οι Γερμανοί, απελευθερώθηκε μαζί με ελάχιστους που σώθηκαν από τις ομαδικές εκτελέσεις, σωματικά τσακισμένος αλλά με το πνεύμα αγέρωχο και περιέγραψε με συνταρακτικό τρόπο τις εμπειρίες του στο βιβλίο του «ΜΕΡΛΙΝ - ΧΑΪΔΑΡΙ ΜΠΛΟΚ 15», πρωτοστάτησε ,δε στην ίδρυση Συλλόγου φυλακισθέντων και παθόντων από τους κατακτητές.

Ένα μεγάλο μέρος της σημαντικής του πορείας διήνυσε μέσα στην Εταιρεία Λεσβιακών Μελετών από το 1966 ως αντιπρόεδρός και από το 1972 ως πρόεδρός μέχρι τον θάνατό του τον Αύγουστο του 1985. Στη διάρκεια της εκεί θητείας του τόνωσε το εκδοτικό έργο της Εταιρείας, οργάνωσε διαλέξεις με διάφορα θέματα και εξορμήσεις στην ύπαιθρο για την καταγραφή, οργάνωση και κατάταξη κάθε είδους υλικού που κινδύνευε να χαθεί. Έθεσε τις βάσεις για την δημιουργία στην Εταιρεία Λεσβιακής Βιβλιοθήκης κι ακόμα με την άμεση καθοδήγησή του οργανώθηκαν: 1) Έκθεση λεσβιακού βιβλίου και εντύπου και 2) Έκθεση ιστορικής φωτογραφίας.

 Αυστηρός και προσεκτικός στις επιλογές του ως πρόεδρος προτιμούσε να στερήσει την Εταιρεία από γενναία οικονομική ενίσχυση, παρά να την εκτρέπει από τους καθαρά επιστημονικούς της σκοπούς, όπως εκείνος τους εννοούσε. Και στη στάση του αυτή ο αείμνηστος «Δάσκαλος» δεν δίσταζε να έλθει σε προσωπικές αντιθέσεις με πρόσωπα αγαπητά και με όλους όσους χαρακτήριζε «εμπόρους των γραμμάτων».


Η προσωπική ζωή του Παναγιώτη Σαμάρα σημαδεύτηκε από πολλά τραγικά γεγονότα, τον θάνατο σε νεαρή ηλικία του αδερφού του Μιχάλη ( νομικού) από ατύχημα, με συνέπεια τον θάνατο του νεώτερου αδελφού του Μανώλη ( τυπογράφου στην Σάλπιγγα), καθώς και τον θάνατο των γονιών τους. Ακολούθησε ο θάνατος  του μικρότερου αδερφού του Θόδωρου από αδέσποτη σφαίρα στην Αθήνα. Το τραγικότερο όμως γεγονός στη ζωή του Π. Σαμάρα ήταν ο θάνατος της κόρης του Ζωρζέττας. τον Φεβρουάριο του 1952 από ατύχημα στα βράχια της Φλορίντας Μυτιλήνης.



Όλα τα γεγονότα αυτά ο Σαμάρας τα αντιμετώπιζε με στωικότητα, καρτερία, αξιοπρέπεια, και φιλοσοφική διάθεση. Διέξοδο έβρισκε στις πνευματικές του ενασχολήσεις, στην ιστορία της Παλιάς Μυτιλήνης με τις εκκλησίες και τα τζαμιά της, τους μυντιλήδες και τα τσαμλίκια της, τα σουτερέζια και τις βρύσες της, που φανταζόταν ότι περιμένουν πάντα να ξεδιψάσουν τους κουρασμένους καβαλάρηδες που κατέβαιναν από την Ουτζά ή τη Πάφλα-Καπού πάνω στα περήφανα άτια τους όπως τα έζησε παιδί στο Νιο Χωριό. Τόλμησε  σε  δύσκολες εποχές, να γράψει και να διασώσει τις πολύχρονες μελέτες του για τα Μουσουλμανικά Τεμένη της  Μυτιλήνης, καθώς και την σημαντικότατη περιγραφή της Μυτιλήνης του 19ου αιώνα. Παράλληλα κατέγραφε με παραστατικό τρόπο, τους καυγάδες  στις δημόσιες βρύσες και τα κουτσομπολιά στους μαχαλάδες, σε… «άπταιστη»  ντοπιολαλιά. Προς το τέλος της ζωής του απέκτησε τρία εγγόνια, ένα αγόρι που πήρε το όνομά του Παναγιώτης  και δύο κορίτσια.

Το επιστημονικό του έργο και η εν γένει προσφορά του, που τον είχαν καταστήσει μια σεβαστή προσωπικότητα της πνευματικής Μυτιλήνης θα μείνουν στη μνήμη των επερχόμενων και αποτελούν πρόσκληση για τη συνέχιση τους με την ίδια αγάπη για τον τόπο μας.

•     Στοιχεία για το παραπάνω αφιέρωμα, συγκεντρώσαμε από την κόρη του Άντα και τον σύζυγό της Σωτήρη, από το « Αφιέρωμα στον Παναγή I. Σαμάρα » του Παιδαγωγικού Βήματος Αιγαίου, από τον επικήδειο λόγο του κ.Παύλου Βλάχου και από μαρτυρίες του Δημήτρη Μπουρνού.

*Τα εκθέματα που συγκεντρώθηκαν, παρουσιάζονται  σε έκδοση της ΕΛΜΕ του 1962, ενώ στη συνέχεια  αποδόθηκαν στον Λεσβιακό Οργανισμό Λαϊκής Τέχνης του Δήμου Μυτιλήνης. Το 2011 μεταβιβάστηκαν  στον  ενιαίο Δήμο Λέσβου.