Ικαριώτες Πρόσφυγες στο Β Παγκόσμιο Πόλεμο Α μέρος

https://www.youtube.com/watch?v=C625SYZQJ9U

Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2020

Mία επίσκεψη στη Μόρια - φωτορεπορτάζ και μνήμες


...αναδημοσίευση από το ert.gr...

του Νάσου Μπράτσου 

Βρεθήκαμε εκτός επαγγελματικών υποχρεώσεων στη Λέσβο και αξιοποιήσαμε την επίσκεψή μας εκεί για να δούμε από κοντά τη Μόρια. Μας θύμισε τις περιγραφές που μας είχαν κάνει στα πλαίσια ερευνάς μας που αποτυπώθηκε στο βιβλίο "Αιγαιοπελαγίτες Πρόσφυγες στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο", Έλληνες νησιώτες που βρέθηκαν στην ίδια θέση πριν αρκετές δεκαετίες. Στα πλαίσια της παρουσίασής του βρεθήκαμε στη Λέσβο.

Επιλέξαμε να χρησιμοποιήσουμε αποσπάσματα από τις δηλώσεις τους, με προσθήκη φωτογραφιών από τη Μόρια του σήμερα, για να κάνουμε συγκρίσεις στις συνθήκες που αντιμετώπισαν οι πρόσφυγες εκείνης της εποχής και σε αυτές που σήμερα έχουν οδηγήσει τη Μόρια να "ακούγεται" συνεχώς, όχι για καλό, αλλά για όσα είναι τα παράγωγα της λειτουργίας κάτω από τις συνθήκες που αποτυπώσαμε και με τις φωτογραφίες που πήραμε κατά την επίσκεψή μας.

Διαφορετικές οι εποχές, ίδιος όμως ο στόχος να μην ξεριζώνονται άνθρωποι και να μην ευτελίζεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια σε συνθήκες που είναι απερίγραπτες. Ξεκινάμε λοιπόν αυτή τη «σύνθεση» με μαρτυρίες-γραπτό λόγο, για την περίοδο 1942-1944 και φωτο του 2020.


Όπως μας περιέγραψε η Καίτη Φράγκου – Ζηκίδη: «Εκεί μείναμε σε στρατόπεδο προσφύγων σε σκηνές, σε έναν λόφο που εκεί ήταν πρώτα στρατιωτικός τόπος εκπαίδευσης, σε πετρώδες έδαφος. Οι συνθήκες εκεί ήταν κακές και είχαμε και πολλούς θανάτους γερόντων από κακουχίες, μολύνσεις, τυφοειδή πυρετό, κακή διατροφή. Εκεί έχασαν τα παιδιά τους ο Γιώργος Φουντούλης και η σύζυγός του Θεοδοσία.

Τα χαντάκια που είχαν σκάψει για εκπαίδευση οι στρατιώτες, πριν πάμε εμείς, ήταν οι ανοιχτοί αγωγοί των ακαθαρσιών από τις τουαλέτες που είχαν στηθεί ακριβώς από πάνω τους».


Από την πλευρά της η Αντιγόνη Ρωμυλίου θυμάται: «Ο Τσεσμές είχε πολλά ερειπωμένα σπίτια Ελλήνων που είχαν φύγει το 1922 και μετά. Μείναμε σε μία παλιά, εγκαταλελειμμένη αποθήκη, όπου ήμασταν διακόσια άτομα σε χώρο όσο έπιανε το σώμα μας. Όσοι ήταν δίπλα στον τοίχο ήταν τυχεροί, γιατί όσοι ήταν στη μέση συχνά τους πατούσε άλλος μπαίνοντας ή βγαίνοντας».


Πάτρα Σιμάκη Σπέη
Εκεί ήταν πολλοί πρόσφυγες και στρατώνες, σε κάθε οικογένεια δίνανε και μία ψάθα και κοιμόμασταν δίπλα – δίπλα με άλλους. Ήταν πολλοί Ικαριώτες, Χιώτες, Σαμιώτες και κάτσαμε τρεις μήνες.
Εκεί ήταν προσφυγιά, κλαίγανε ανθρώποι, πεθαίνανε παιδιά που ήταν εξαντλημένα. 

 Ευαγγελία Καρούτσου - Τσαντίρη
 Μετά μας έβαλαν σε λεωφορείο και μας πήγαν στον Τσεσμέ, εκεί μας πήγαν σε ένα βουνό σε τσαντίρια, ελαιώνας ήταν και τσαντιρωθήκαμε και μείναμε τέσσερις μήνες. Μας δίνανε κάτι και τρώγαμε, δεν θυμάμαι τι ήταν γιατί ήμουν πολύ μικρή. Είχε πάρα πολύ κόσμο εκείνο τον καιρό και μας έβαλαν σε λεωφορεία και μας πήγαν στη Σμύρνη. Εκεί ο Έλληνας πρόξενος μας έβαλε σε ένα χάνι και μείναμε κάμποσες μέρες., μας έδιναν και φαγητό και τρώγαμε.

Από εκεί και ύστερα άρχισε το μαρτύριο, με τρένα και μας τράβηξαν προς τα κάτω, Χαλέπι, Χάιφα, κλπ.


Σώσα ΠλακίδαΜας έβαλαν σε ένα κτήριο μαζί με πολλούς άλλους και ήταν ένα μαύρο χάλι, άλλοι άρρωστοι, άλλοι πέθαιναν, μέχρι που μας πήγαν σε καταυλισμό με σκηνές, έως το φθινόπωρο. Το θυμάμαι γιατί έβλεπα τις ελιές να μεγαλώνουν.




Ιωάννα Ξηρού – Τσαγκά: «Καταγραφήκαμε και μείναμε σε σκηνές, ενώ υπήρχε πολύ ψείρα. Στρώσαμε ψάθες σε μία σκηνή για δέκα άτομα και τα πόδια έβγαιναν έξω. Μείναμε τρεις μήνες στον Τσεσμέ, αρχικά τρώγαμε από συσσίτιο και μετά μας έδιναν κάποια χρήματα για σίτιση. Από τη δυσεντερία σημειώθηκαν αρκετοί θάνατοι και τους θάβαμε στον λόφο. Από τον τύφο προσβλήθηκε ένας ξάδερφός μου, ο Γιάννης Κατσάς, που τον πήγαμε στο νοσοκομείο και έγινε καλά. Τους ιερείς μας οι Τούρκοι τους υποχρέωναν σε κούρεμα και σε κοστούμι, όχι ράσα. Οι έμποροι έκαναν χρυσές δουλειές από τους πρόσφυγες.
Είχαμε έναν τενεκέ, τον είχαμε κάνει κατσαρόλα και τρώγαμε μέσα από αυτόν. Νοικιάζαμε σκάφες από τις Τουρκάλες και πλέναμε τα ρούχα μας. Πηγαινοφέρναμε τα ρούχα για πλύσιμο και κρύβαμε από τον σκοπό τρόφιμα μέσα στα ρούχα».

Η Ελευθερία Φράγκου – Πορτέλλου μας είχε πει: «μας πήγαν στον Τσεσμέ. Εκεί μας έδωσαν ψάθες να στρώσουμε και να κοιμηθούμε και μας έβαλαν σε μεγάλες αποθήκες, όπου ήταν χιλιάδες πρόσφυγες και υπήρχαν και πολλές ψείρες».



Γιακουμής Καρναβάς
Τελικά συνεχίσαμε τον πλου σε τουρκικά νερά και βγήκαμε κάπου αλλού και από εκεί μας πήγαν στον Τσεσμέ. Εκεί ήταν το προξενείο με πρόξενο έναν Χρηστίδη που ήταν Χιώτης και ήταν πολύ καλός άνθρωπος, βοήθησε πολύ κόσμο.
Εμείς ήμασταν σε τραγική κατάσταση από τις ψείρες και τους ψύλλους.
-Από εκεί που πήγατε;
Μας έστειλε στην Κύπρο, όπου μείναμε σε κάτι μικρά προσφυγικά σπίτια για 40 μέρες – σε καραντίνα. Μας έδιναν συσσίτια και μας έδωσαν από μία ψάθα και μία κουβέρτα και κοιμόμασταν κατάχαμα στρωματσάδα.



Μάρω Σμυρνιωτοπούλου Σαμιώτισα στο προσφυγικό στρατόπεδο του Νουσεϊράτ.
Ο πατέρας μου άνοιξε κουρείο μέσα στο στρατόπεδο. Πηγαίναμε με την αμοιβή του και ψωνίζαμε από τα περιβόλια των Aράβων στο δρόμο προς τη Γάζα. Βρισκόμασταν κοντά στη θάλασσα και πολλοί άραβες πουλούσαν ορτύκια που έπιαναν καθώς περνούσαν μεγάλα σμήνη από την περιοχή. Το φαγητό μας ήταν άθλιο μας έδιναν κάτι κατεψυγμένα κρέατα με ένα δάχτυλο κρέας και τρία δάχτυλα λίπος. Εμείς τα πετάγαμε σε κάτι μεγάλα βαρέλια που χρησιμοποιούσαμε σαν κάδους σκουπιδιών. Εκεί έρχονταν οι άραβες και τα έριχναν και έτρωγαν από μέσα ό,τι είχαμε πετάξει εμείς.


Στέλλα Πασβάνη - Φουρτούνη.
Μας πήγε στα Αλάτσατα που ήταν κοντά στο σημείο αποβίβασης και από εκεί με αυτοκίνητα μας πήγαν στον Τσεσμέ, όπου μας έβαλαν να μείνουμε σε κάτι μεγάλες αποθήκες. Οι συνθήκες ήταν άσχημες, θέριζε ο τύφος και η δυσεντερία, τα τρόφιμα που μας μοίραζαν δεν ήταν καλά, θυμάμαι κάτι σάπιες σταφίδες και υπήρχαν δύο φέρετρα, ένα μεγάλο και ένα πιο μικρό με τα οποία έπαιρναν όσους πέθαιναν, ανάμεσά τους και πολλά μικρά παιδιά. Εγώ αρρώστησα με οξείς ρευματισμούς και κινδύνευσα, με πήγαν στο νοσοκομείο όπου ένας νεαρός Τούρκος γιατρός ξενυχτούσε πάνω μου μέχρι να με γιατρέψει.