...αναδημοσίευση από το ert.gr...
Βουλευτής, αθλητής υψηλών επιδόσεων, με πλούσια αγωνιστική δράση την περίοδο της γερμανικής κατοχής, γιατρός, πάντα στο πλευρό όσων είχαν ανάγκη, αλλά και σύμβολο μίας ολόκληρης εποχής, ο Γρηγόρης Λαμπράκης, δέχονταν το βράδυ της 22 Μαΐου του 1963, άνανδρη δολοφονική επίθεση από παρακρατικούς στη Θεσσαλονίκη.
Είχε εκλεγεί βουλευτής με την Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά (ΕΔΑ) τον Οκτώβριο του 1961. Με πλούσια δράση στο κίνημα ειρήνης, ήταν άλλωστε ιδρυτικό μέλος της ΕΕΔΥΕ (Ελληνική Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη και αντιπρόεδρός της), ήταν αυτός που στις 21 Απριλίου 1963 κατάφερε με λίγους συνοδοιπόρους του, να πραγματοποιήσει την απαγορευμένη από το καθεστώς, Μαραθώνια Πορεία Ειρήνης και να γίνει σύμβολο.
Ακολούθησε η εκδήλωση της Θεσσαλονίκης, με θέμα την ειρήνη και τον πυρηνικό αφοπλισμό, έξω από την οποία είχε οργανωθεί αντισυγκέντρωση ακροδεξιών και παρακρατικών στοιχείων, παρά τις προηγούμενες διαμαρτυρίες με διαβήματα προς την αστυνομία, στελεχών της ΕΔΑ. Το ενδιαφέρον στοιχείων είναι ότι σημαντική δύναμη της χωροφυλακής και κορυφαία στελέχη της, όπως ο επιθεωρητής χωροφυλακής Βόρειας Ελλάδας υποστράτηγος Κωνσταντίνος Μήτσου, αλλά και ο διευθυντής αστυνομικών δυνάμεων Θεσσαλονίκης, συνταγματάρχης Ευθύμιος Καμούτσης, ήταν παρόντες στο χώρο, χωρίς να εμποδιστούν από τις αστυνομικές δυνάμεις οι παρακρατικοί.
Αξίζει να σημειωθεί ότι προπηλακισμούς και πετροβόλημα, υπέστη ο Γ. Λαμπράκης, επισκεπτόμενος τα γραφεία του ΔΣΚ (Δημοκρατικό Συνδικαλιστικό Κίνημα, η κίνηση που έφτιαξε τη μαγιά για τα 115 Συνεργαζόμενα Εργατικά Σωματεία, την πιο σημαντική εργατική κίνηση βάσης εκείνη την εποχή, που ξεπέρασε κατά πολύ των αρχικό αριθμό των 115).
Επίθεση δέχτηκε και ο βουλευτής Καβάλας της ΕΔΑ Γιώργος Τσαρουχάς, με αποτέλεσμα τη διακομιδή του στο νοσοκομείο, περιστατικό που δεν είχε πληροφορηθεί ο Λαμπράκης, που πραγματοποιούσε την ομιλία του.
Στο τέλος της είπε από μικροφώνου: «Προσοχή, προσοχή. Εδώ βουλευτής Λαμπράκης. Σαν εκπρόσωπος του Έθνους και του Λαού, καταγγέλλω ότι υπάρχει σχέδιο δολοφονίας μου και καλώ τον υπουργό Β. Ελλάδος, τον νομάρχη, τον εισαγγελέα, τον στρατηγό Χωροφυλακής Μήτσου, τον διευθυντή της Αστυνομίας και τον διοικητή Ασφαλείας να προστατέψουν τη συγκέντρωση και τη ζωή μου».
Oiι διαβεβαιώσεις των επικεφαλής των αστυνομικών δυνάμεων ότι οι παρακρατικοί είχαν αποσυρθεί, δεν ήταν αληθινές, αφού όταν άρζισε να διασχίζει το δρόμο ο Λαμπράκης και η συνοδεία του, ξεπετάχτηκε με ταχύτητα ένα τρίκυκλο και κάποιος από τους επιβαίνοντες σε αυτό, τον χτύπησε με λοστό στο κεφάλι, για να μεταφερθεί αιμόφυρτος στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ και βαρύτατα τραυματισμένος. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 26ης Μαΐου, ο Γρηγόρης Λαμπράκης δεν κατάφερε να κερδίσει τη μάχη και απεβίωσε στα 51 του χρόνια (είχε γεννηθεί το 1912 στην Κερασίτσα Αρκαδίας).
Πρέπει να σημειωθεί ότι ο Μανώλης Χατζηαποστόλου, εκ των συνοδών του Λαμπράκη, πρόλαβε να πηδήξει στο τρίκυκλο και να συμπλακεί με το άτομο που κρατούσε το λοστό, να σταματήσει το τρίκυκλο, να βγει ο οδηγός του για να χτυπήσει με αστυνομικό γκλομπ τον Χατζηαποστόλου και μετά από υποδείξεις περαστικών, τροχονόμος που δεν γνώριζε τα όσα είχαν προηγηθεί, να συλλάβει τον οδηγό του τρικύκλου και έτσι η απόπειρα διαφυγής και συγκάλυψης της ενέργειας να ακυρωθεί.
Ακολούθως πολλά γράφτηκαν και ακούστηκαν για το πόσο οι ενέργειες ιατρικής υποστήριξής του Λαμπράκη, ειδικά το κρίσιμο πρώτο διάστημα, ήταν αυτές που αντιστοιχούσαν στην κατάστασή του.
Στις 28 Μαΐου έγινε στην Αθήνα η κηδεία του, την οποία παρακολούθησαν χιλιάδες λαού, ενώ ήδη βρίσκονταν σε εξέλιξη πολιτική κρίση, αφού παρά την επίσημη αστυνομική και κυβερνητική εκδοχή για τροχαίο ατύχημα, η κοινή γνώμη ήταν πεπεισμένη ότι ήταν δολοφονική ενέργεια, προσχεδιασμένη και οργανωμένη.
Από τις ανακρίσεις που έγιναν από τον τότε ανακριτή και μετέπειτα (1985) και Πρόεδρο της Δημοκρατίας Χρήστο Σαρτζετάκη, προέκυψε ότι η χωροφυλακή όχι μόνο ήξερε, αλλά οργάνωσε και «εθνικόφρονες πολίτες», ώστε να πάρουν μέρος στην αντισυγκέντρωση. Η προανακριτική διαδικασία μόνο ανέφελη δεν ήταν, καθώς εκφοβισμοί μαρτύρων και διαδικαστικά κόλπα, επιχείρησαν να την κάνουν μη αποδοτική. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες κρίθηκαν προφυλακιστέα κορυφαία στελέχη της αστυνομίας και της χωροφυλακής.
Τελικά για το φόνο καταδικάστηκαν για το φόνο οι Σπύρος Γκοτζαμάνης (οδηγός του τρικύκλου και γνωστός στον υπόκοσμο της Θεσσαλονίκης) και Μανώλης Εμμανουηλίδης (με καταδίκες για παιδεραστία, βιασμό, κλοπή, που ήταν και αυτός που κράταγε το λοστό) και για διατάραξη της κοινής ειρήνης καταδικάστηκε, ο γνωστός δοσίλογος της κατοχής Ξενοφώντας Γιοσμάς, που για το λόγο αυτό είχε το παρατσούκλι «Φον Γιοσμάς».
Κλείνοντας η συγκεκριμένη περίοδος με την ήττα των δημοκρατικών δυνάμεων από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 και την επταετή δικτατορία, οι δικηγόροι της Πολιτικής Αγωγής στη δίκη για τη δολοφονία του Λαμπράκη, εξορίστηκαν στη Γιάρο, ενώ ο Χρήστος Σαρτζετάκης φυλακίστηκε για μήνες, για να μην υπάρχει πιά καμία αμφιβολία για το ποια πολιτικά κέντρα είχαν ανάμιξη στη δολοφονία και έπαιρναν τώρα τη «ρεβάνς» τους.
Το όνομα όμως του Γρηγόρη Λαμπράκη συνεχίζει να είναι σημείο αναφοράς 54 χρόνια μετά, ενώ όσους μέσα από τις σκοτεινές διαδρομές του υποκόσμου και του παρακράτους, αλλά και του κοινού ποινικού δικαίου, οργάνωσαν και εκτέλεσαν τη δολοφονία, ελάχιστοι τους θυμούνται και όταν γίνεται αυτό, είναι ως παραδείγματα προς αποφυγή για το «μαύρο» ρόλο τους.
Kείμενο: Νάσος Μπράτσος