... με αφορμή το τραγικό ναυάγιο στην Πύλο, αναδημοσιεύουμε από την κυπριακή ιστοσελίδα reporter.com.cy, ένα δημοσίευμα του 2020 για το προσφυγικό, που εν μέρει έχει βασιστεί και σε δικές μας έρευνες. Εκεί που «σκαλώσαμε» είναι ότι στη φωτο εντόπισα τη μάνα μου, τη θεία μου, το θείο μου και τη γιαγιά μου σε φωτογραφία του 1943 στο Λίβανο, ενώ η ομαδική είναι φωτο με προσφυγόπουλα από Χίο και Ικαρία σε χωριό του Λιβάνου...
«Η ιστορία επαναλαμβάνεται την πρώτη φορά σαν τραγωδία και τη δεύτερη σαν φάρσα», έγραψε ο Καρλ Μαξ και επιβεβαιώθηκε σε ουκ ολίγες περιπτώσεις της παγκόσμιας ιστορίας. Μια τέτοια ιστορία εκτυλίσσεται και στα ελληνικά νησιά όπου τα τελευταία δέκα χρόνια κλήθηκαν να υποδεχθούν χιλιάδες πρόσφυγες, κυρίως από τη Συρία οι οποίοι εγκατέλειψαν τη χώρα τους στη σκιά του πολέμου. Περίπου ογδόντα χρόνια προηγουμένως, οι ίδιοι κλήθηκαν να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές τους εστίες και να ζητήσουν άσυλο προς τα νότια και τα ανατολικά. Άλλοι ταξίδεψαν με καΐκια προς την Τουρκία, άλλοι προς τα παράλια της Μέσης Ανατολής και άλλοι προς την Κύπρο.
Η Ελλάδα που κλήθηκε να πληρώσει βαρύτατο τίμημα για τη συμμετοχή της στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο και το ιστορικό «Όχι» του Ιωάννη Μεταξά στον Ιταλό Πρέσβη, κλήθηκε να διαχειριστεί, πέραν του πολεμικού μετώπου, αρχικά με τους Ιταλούς στα ελληνοαλβανικά σύνορα και αργότερα με τους Γερμανούς και μια αδιανόητη ανθρωπιστική κρίση.
Χειμώνας βαρύς, πείνα και ανέχεια ήταν τα χαρακτηριστικά της εποχής. Ο κόσμος έδινε μάχη για να κρατηθεί στη ζωή, μετά τη γερμανική εισβολή, ενώ κάποιοι πιο τολμηροί και αποφασισμένοι να ξεφύγουν από την τραγική κατάσταση, στην οποία περιήλθαν, αποφάσισαν να μπουν σε ένα καΐκι και να βρουν διέξοδο σε χώρες που δεν είχαν επηρεαστεί από τον πόλεμο.
Μια από τις πρώτες επιλογές, ειδικά των κατοίκων στα ελληνικά νησιά ήταν η Τουρκία, με πολλούς πρόσφυγες να ακολουθούν την αντίθετη πορεία με αυτήν που ακολούθησαν οι Μικρασιάτες πρόσφυγες περίπου 20 χρόνια προηγουμένως. Οι γερμανικές πιέσεις στην τουρκική κυβέρνηση που βρισκόταν σε ουδετερότητα, έφερε αποτελέσματα και έτσι η Τουρκία έκλεισε τα σύνορά της για τους Έλληνες, με το τουρκικό λιμενικό να πυροβολεί και να βυθίζει τα καϊκιά των Ελλήνων.
Επόμενη επιλογή για τους Έλληνες πρόσφυγες ήταν η Κύπρος, η οποία εκείνη την εποχή βρισκόταν υπό τη βρετανική κυριαρχία, χωρίς ωστόσο να μπει στον πόλεμο με οποιονδήποτε τρόπο, πέραν της συμμετοχής χιλιάδων Κυπρίων στον βρετανικό στρατό, μετά την υπόσχεση που έλαβαν πως όταν τελειώσει ο πόλεμος θα τους δοθεί το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης.
Υπολογίζεται ότι μόνο από τη Χίο 16 χιλιάδες άνθρωποι κατέφυγαν στα τουρκικά παράλια και από εκεί μετά από διαμεσολάβηση του ελληνικού προξενιού στη Σμύρνη, διέφυγαν στην Κύπρο με καϊκιά. Το ταξίδι των προσφύγων ήταν δύσκολο, ακριβό και ιδιαίτερα επικίνδυνο. Υπολογίζεται πως ο ναύλος στους παράνομους διακινητές μπορεί να έφτανε και τις 35 χιλιάδες δραχμές, ποσό διόλου ευκαταφρόνητο για την εποχή.
Μετά τα καϊκιά που μετέφεραν τους Έλληνες πρόσφυγες στην Κύπρο είχαν να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο του εντοπισμού από γερμανικά και ιταλικά πλοία ή αεροπλάνα, πράγμα που ήταν συνώνυμο με τον βομβαρδισμό, τη βύθιση και τον θάνατο.
Αφού έφταναν στην Κύπρο, οι Έλληνες πρόσφυγες μεταφέρονταν στο λοιμοκαθαρτήριο όπου έμπαιναν σε καραντίνα. Σύμφωνα με τα στοιχεία που μεταφέρει ο ιστορικός Πέτρος Παπαπολυβίου από τον Ιούνιο του 1941 μέχρι τον Δεκέμβριο του 1942 κατέφυγαν στην Κύπρο 9611 Έλληνες πρόσφυγες εκ των οποίων, περίπου τεσσερισήμισι χιλιάδες ήσαν στρατεύσιμοι και εντάχθηκαν στον βρετανικό στρατό για να πολεμήσουν κατά των Γερμανών.
Το ταξίδι του Απόστολου Μισιρλή
Ένα από τα προσφυγόπουλα που έκανε το ταξίδι προς την Κύπρο σε ηλικία εννέα ετών ήταν ο Απόστολος Μισιρλής, ο οποίος σε μια εκδήλωση στο δημαρχείο Περάματος, μοιράστηκε της εμπειρίες του από εκείνο το ταξίδι.
«Από την Τουρκία μας έβαλαν μέσα σε ένα τούρκικο καΐκι και μας έδωσαν τροφή για τέσσερις μέρες. Μετά από αυτές όμως δεν είχαμε να φάμε τίποτα και μας έπιασε η πείνα. Τόσο φοβερή που κοντέψαμε να πεθάνουμε νηστικοί. Στο δρόμο μας έπιασε τρικυμία και μας πήγε σε ένα λιμανάκι ο καπετάνιος και μας έβγαλε στην ξηρά για να φύγουμε όταν θα βράδιαζε. Εκεί που καθόμασταν ακούσαμε ένα φοβερό κρότο, κοιτάξαμε στον ουρανό μήπως ήταν κανένα αεροπλάνο. Τελικά είδαμε ένα τούρκικο καΐκι που ήρθε και αυτό να αράξει, τελικά έφυγε νωρίτερα από εμάς. Κοντά μας ήταν το Κουσάντασι και επειδή μας ξανάπιασε φουρτούνα πήγαμε να αράξουμε εκεί. Ακούσαμε κραυγές σκύλων και αναρωτηθήκαμε τι είναι, αλλά τελικά οι κραυγές έρχονταν από τη θάλασσα όπου είχε χτυπήσει το άλλο καΐκι σε ξέρα και πνίγονταν, αλλά εμείς δεν μπορούσαμε να πάμε γιατί είχε φοβερή τρικυμία. Πήγαμε το πρωί και βρήκαμε σώους έναν άνδρα και μία γυναίκα. Συνεχίσαμε το ταξίδι και συχνά περνούσαν από πάνω μας αεροπλάνα και τότε μας σκέπαζαν για να μην μας δουν οι Γερμανοί. Δεν είχαμε νερό να πιούμε και ταξιδεύαμε συνολικά για 12 μέρες. Με τη βοήθεια του Θεού φτάσαμε στην Κύπρο και βγήκαμε στον Καραβά, όπου κάναμε λουτρό. Μετά μας έφεραν ψωμιά και όταν τα είδαμε πέσαμε σαν λυσσασμένοι γιατί είχαμε τόσο καιρό να φάμε ψωμί. Ο Κυπριακός λαός μας δέχτηκε με μεγάλη υποδοχή».
Η υποδοχή στην Κύπρο
Η Ελλαδίτες πρόσφυγες που έφταναν κυρίως σε όρμους της Κερύνειας ή στο Λιμάνι της Αμμοχώστου, αφού περνούσαν μια περίοδο καραντίνας μοιράζονταν σε προσφυγικούς καταυλισμούς στο Ζύγι, τη Σκουριώτισσα, το Ξερό και το Μαυροβούνι. Μάλιστα στο Ζύγι υπάρχει σήμερα ο τάφος μιας οικογένειας προσφύγων από την Χίο που αποδήμησαν στην Κύπρο.
Οι Κύπριοι υποδέχθηκαν τους πρόσφυγες με απόλυτη αγάπη και από το υστέρημα τους, τους πρόσφεραν τα βασικά ήδη. Όπως λεγόταν κι εκείνη την εποχή οι πρόσφυγες που ήρθαν στην Κύπρο, ήταν οι πιο ευτυχισμένοι ανάμεσα στους πρόσφυγες που είχαν καταφύγει στην Αίγυπτο, τη Συρία ή την Παλαιστίνη.
Έγραφε το περιοδικό «Κυπριακή Επιθεώρηση» το 1945: «Οι Έλληνες πρόσφυγες άρχισαν να φτάνουν μέσα σε καϊκια σχεδόν αμέσως ύστερα από τη γερμανική κατοχή. Κάθε πρόσφυγας πήγαινε σε έναν από τους τέσσερις καταυλισμούς προσφύγων ή στεγάζονταν κάπου άλλου με τη βοήθεια των επιτρόπων. Για τη συντήρηση τους λάμβαναν ορισμένο εβδομαδιαίο επίδομα. Τα έξοδα συντήρησης τους ήσαν κάπου 250 χιλιάδες λίρες τον χρόνο. Όλα αυτά τα χρήματα πληρώθηκαν από τη βρετανική κυβέρνηση αλλά είναι πιθανό ένα μέρος να πληρωθεί από ελληνικά ταμεία. Οι πιο πολλοί Έλληνες πρόσφυγες επαναπατρίστηκαν ήδη. Επίσης, η Κύπρος φιλοξένησε ένα μικρό αριθμό Πολωνών προσφύγων.
Αδέρφκια καλώς ήρθατε
Μια συνηθισμένη τακτική για να βοηθηθούν οι Ελλαδίτες πρόσφυγες ήταν η υιοθέτηση ανήλικων τέκνων από Κύπριους μέχρι το τέλος του πολέμου. Στις εφημερίδες της εποχής δημοσιεύονται τέτοιες ειδήσεις που αφορούσαν την υιοθέτηση παιδιών από Κύπριους.
Μάλιστα στις εφημερίδες δημοσιεύονται και ποιήματα που καλωσόριζαν τους πρόσφυγες στην Κύπρο.
«Αδέρφκια στύλλοι της τιμής,
της λευτερκάς κλωνάρκα,
παιδκιά γονιών περήφνανων για την παλληκαρκάνσας,
σήλια καλώς ωρίσετε στα σπίδκια τα δικά σας,
μεστην καρκιάν μας είσαστε τζιαι μες τα φυλλοκάρκια.
Πονούμεν με τον πόνο ας με τη δική σας λύπη,
λιώνουμε όπως τον τζαιρίν γιατί είμαστε μιας μάνας παιδκιά τζιαντά ακούστηκεν λυπητερής καμπάνας
το φάτζιημαν γιατί έμπησαν μεστό δικόν σας σπίτι
φονιάδες τζαι εν αφισασιν πράμαν που δεν το πκιάσαν
τζαι ειπαμέν πλάσμαν ένεπρεπε πουλλάου τους να μείνη
γιατί ερράτσα ποσιητζη την αντροπήν εχάσαν.
Το δέντρον που φυτέψετε της λευτερκάς θα αθθίση
μπορεί που τα κτυπήματα κάποτε να μαράνη
μμα με τζιαιρόν καλλίτερα κλωνία πάλι εν να βκάλη
τζιοντάς αθθίση λευτερκάν στον κόσμο θα σκορπίση.
Τότες για πάντα ελεύτεροι σφιχτά αγκλαλιλασμένοι
μέσα σε ένα πέλαος χαράς ούλλι θα κολυμπούμεν
να ξεχαστή ο πόνος μας τη μάνα μας σαν δούμεν
να μας κράτη σφιχτά σφιχτά στα αγκαλιά ευτυχισμένη.
Οι τραγωδίες στη θάλασσα
Όπως και κατά τη μεταναστευτική κρίση της τελευταίας δεκαετίας, δεν έλειψαν οι τραγωδίες μέσα στη θάλασσα με πρόσφυγες να χάνουν τη ζωή τους. Όπως αναφέρεται σε άρθρο της εφημερίδας Ελευθερία τον Αύγουστο του 1942, « Τραγικό θάνατο σημειώθηκε στις τουρκικές ακτές με θύματα 261 Έλληνες πρόσφυγες που προσπαθούσαν να διαφύγουν από τον απάνθρωπο φασιστικό ζυγό.
«Το ελληνικόν πλοιάριο «Ενθεράνη», μετέφερε εκ της Ελλάδος 256 πρόσφυγες γυναίκες παιδιά και άνδρες και καθόδων συνάντησε σφοδράν θαλασσοταραχή και εξόκειλε παρά την Κανλιαδάν τοποθεσία απηχούσαν 30 μίλια νοτίως της Σμύρνης. Επνίγησαν 207 πρόσφυγες και διασώθηκαν μόλις 29. Δεύτερο ελληνικό πλοιάριο που μετέφερε Έλληνες πρόσφυγες βυθισθεί συνεπεία της θαλασσοταραχής αι πνίγηκαν 54 πρόσωπα.
Με πληροφορίες από ΕΡΤ, Περιοδικό Χρονικό, Πέτρο Παπαπολυβίου