Τον όρο τον μάθαμε στις σύγχρονες εποχές, ως «ευγενική
διατύπωση» του σφαγείου στους εργασιακούς χώρους, που ζητούσαν οι εργοδότες,
έδιναν τα μνημόνια και πρόσφεραν με το νομοθετικό και άλλο έργο τους, οι
κυβερνήσεις που τα υπηρέτησαν και τα υπηρετούν.
Χωρίς χρήση του όρου, αλλά πρακτικά τον εφαρμόζουν,
αντιμετωπίζονται από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις οι προσφυγικές ροές και το
πρόσφατο ναυάγιο στο Αγαθονήσι, το δείχνει, αφού οι κυνηγημένοι αντί να έχουν
ασφαλείς οδούς διαφυγής, σημεία υποδοχής, δρόμους προώθησης – επανένωσης οικογενειών,
αντιμετωπίζονται σαν περιττό βάρος που οι μόνοι που ασχολούνται είναι οι
δουλέμποροι που τους απομυζούν.
«Πλεονάζοντες» της εποχής τους κατά ένα τρόπο, όπως τουλάχιστον τους αντιμετωπίζουν όσοι μετράνε τις ανθρώπινες ζωές μόνο σαν στατιστικό στοιχείο. Να σημειωθεί
ότι όπως αναφέρω βασιζόμενος στις δηλώσεις του νυν Δημάρχου Ευάγγελου Κόττορου, στο βιβλίο «Αιγαιοπελαγίτες Πρόσφυγες στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο»,
το Αγαθονήσι ήταν σταθμός – αποκούμπι Ελλήνων προσφύγων από το βορειοανατολικό
Αιγαίο, στο θαλάσσιο δρόμο της προσφυγιάς εκείνες τις εποχές.
Όμως την εποχή του Β’ Παγκόσμιου Πόλεμου, οι πάνω από 30.000
Έλληνες πρόσφυγες που βρέθηκαν σε Τουρκία – Κύπρο – Μέση Ανατολή – Αφρική,
αντιμετωπίστηκαν «ως πλεονάζοντες» μίας Ελλάδας που μπήκε στον πόλεμο με πληθυσμό
7.344.860 το 1940.
Βγήκε με 6.805.000 το 1944 και το 1947 ήταν 7.367.405 ενώ
έπρεπε να ξεπερνούσε (με φυσιολογική εξέλιξη) τα 8.500.000. Ήταν λοιπόν δείγμα του
ποταμού αίματος που έδωσε ο ελληνικός λαός στον πόλεμο ενάντια στους ναζιστές
Γερμανούς και τους Ιταλούς φασίστες. Τα πληθυσμιακά στοιχεία αναφέρονται στη "Μαύρη βίβλο της Κατοχής".
Και όμως όπως αναφέρεται και στο βιβλίο «Αιγαιοπελαγίτες
πρόσφυγες στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο», εν μέσω του πολέμου, οι αστοί πολιτικοί που
αποκαλούνταν εξόριστη ελληνική κυβέρνηση (γιατί δεν είχαν γίνει εκλογές στον
πόλεμο η Ελλάδα μπήκε επί δικτατορίας Μεταξά και στα ελληνικά εδάφη, τη μάχη
και τις δομές εξουσίας καθόριζε κυρίως ο ΕΛΑΣ και η ΠΕΕΑ) παζάρευε τους Έλληνες πρόσφυγες,
ως «πλεονάζοντες» που μέρος αυτών θα μπορούσε και να μην επιστρέψει μετά τη
λήξη του πολέμου.
Την ώρα του πολέμου ο Τσουδερός (21 Απριλίου 1941 διορίστηκε πρωθυπουργός, υπουργός Εξωτερικών και προσωρινά Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας) εξέφρασε, τον Νοέμβρη του1941,
σε υπουργικό συμβούλιο στο Λονδίνο, τη σκέψη να χρησιμοποιηθούν οι Έλληνες
πρόσφυγες και μετανάστες από τον «πλεονάζοντα πληθυσμό» της Ελλάδας σαν άποικοι
στη Βόρεια Αφρική, με εγκατάσταση στα κτήματα των προηγούμενων αποικιοκρατών
Ιταλών, επειδή «από την αρχαιότητα έως σήμερα έχουν ανθίσει οι ελληνικές αποικίες»
και επειδή «η γεωγραφική θέση της Ελλάδος την καθιστά πρωτίστως και κυρίως
μεσογειακή δύναμη».
Σε ελεύθερη μετάφραση, επειδή οι Εγγλέζοι εκτιμούσαν ότι
μπορεί να μην αργούσε σε περίπτωση νίκης τους στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ο
επόμενος παγκόσμιος πόλεμος με αντίπαλο την τότε ΕΣΣΔ, ήθελαν τον έλεγχο της Μεσογείου
και η εγκατάσταση πληθυσμών που εκτιμούσαν ότι ελέγχονται από φίλα προσκείμενες
κυβερνήσεις θα διευκόλυνε. Για τον ίδιο λόγο ταυτόχρονα παζάρευαν και με την
ουδέτερη στον Β’ΠΠ Τουρκία, τις βλέψεις της για ελληνικά νησιά του
βορειοανατολικού Αιγαίου.
Γι αυτά και για άλλα θα έχουμε την ευκαιρία να μιλήσουμε στις
δύο επόμενες βιβλιοπαρουσιάσεις των Αιγαιοπελαγιτών, την Πέμπτη 22 Μαρτίου στη Λιβαδειά στο Art Café
Astradeni και την Τετάρτη 28 Μαρτίου στις 7μμ στον Ιωνικό Σύνδεσμο στη
Νέα Ιωνία.
Και όπως πάντα να ενισχύσουμε κοινωνικές δράσεις με το
ποσοστό που μου αναλογεί από τις όποιες πωλήσεις. Στη Λιβαδειά θα στηριχτεί η
εκδοτική προσπάθεια της Ομάδας Μελέτης Ιστορίας νομού Βοιωτίας, που διοργανώνει
την εκδήλωση, ενώ στη Νέα Ιωνία, θα ανακοινωθεί ο στόχος τις επόμενες μέρες.
Η
ιστορική μνήμη είναι εργαλείο ερμηνείας και του σήμερα. Η λήθη εξυπηρετεί πάντα
συμφέροντα.
Νάσος Μπράτσος