Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2018

Κώστας Γ. Ανταράκης : Λόγια αποχαιρετισμού στο γελαστό λεβέντη της Ικαριάς


...αναδημοσίευση από την Ικαριακή Ραδοφωνία...



Αυτό το κείμενο διαβάστηκε στη κηδεία του αγαπημένου μας Κώστα Ανταράκη (Μακανίκου), που έφυγε από τη ζωή ξαφνικά από εγκεφαλικό αιμοραγικό επεισόδιο.
Η κηδεία του έγινε στον Άγιο Χαράλαμπο Ευδήλου, στις 9 Δεκεμβρίου 2017 και η εκκλησία ήταν γεμάτη από τους συγκλονισμένους φίλους, συγγενείς και συγχωριανούς. Η αγαπημένη του σύντροφος Όλγα έγραψε και διάβασε ένα κείμενο στην εκκλησία και πριν την Όλγα διάβασε ένα κείμενο ο αγαπημένος του φίλος Σταμάτης. Δυστυχώς το μικρόφωνο της εκκλησίας ήταν χαλασμένο και δεν ακούσαμε αυτούς τους αποχαιρετιστήριους λόγους, όσοι είμαστε λίγο πιο πίσω. Ζητήσαμε από την Όλγα να μας στείλει το κείμενο της για να το αναρτήσουμε, για να έχουμε την ευκαιρία να το “ακούσουμε”, έστω και εκ των υστέρων και ελπίζουμε σε λίγες μέρες να έχουμε και το κείμενο του φίλου του Σταμάτη (ήδη παρελήφθη και δημοσιεύεται σήμερα).



Παρακάτω παραθέτουμε το κείμενο της συντρόφου του Όλγας:

Ικαριά  9/12/2017
Αγαπητοί μου,
όταν πρωτοήρθα στην Ικαριά πριν 6 χρόνια, δεν φανταζόμουν πως ταξιδεύοντας στο όμορφο νησί σας, θα άλλαζε τόσο η ζωή μου με τη γνωριμία μου μ’ αυτόν τον ξεχωριστό άνθρωπο και με την απώλεια του.
Η ζωή μου έγινε πιο πλούσια με την αυθεντικότητα του, την ευαισθησία του και την αγάπη του. Η ζωή μου έγινε πιο πλούσια με τους δικούς του ανθρώπους, που με αγκάλιασαν με τόση ζεστασιά.
Η απώλεια του είναι μεγάλη. Θα μου λείψουν το γέλιο του, τα λόγια του, οι στιγμές μας. Στην ψυχή μου όμως δεν υπάρχει απώλεια, γιατί είναι εκεί και θα είναι μέσα της.

Ο Κώστας τα τελευταία χρόνια είχε δυο μεγάλες αγάπες που φρόντιζε. Η μια είχα την ευλογία να είμαι εγώ. Η άλλη ήταν η γη της Ικαρίας, η γη που τόσα χρόνια του έλλειπε στα καράβια. Ερχόταν ξανά και ξανά κοντά της για να φυτέψει δέντρα, να σπείρει λαχανικά και λουλούδια, να μαζέψει καρπούς και να τους κάνει μαρμελάδες, κρασί, λάδι, λικέρ, τσίπουρο και να τα μοιραστεί με τους αγαπημένους του.
Και όπως ο σπόρος ξεκινά και καταλήγει στη γη, η μάνα γη θα δεχτεί και θα αγκαλιάσει τώρα το πολυαγαπημένο άστρο. Κι όσο για τη ψυχή του είμαι σίγουρη πως με βλέπει και τραγουδά γεμάτη από την αγάπη μας.

Ας κρατήσουμε ότι ξεχωριστό μας δίδαξε ο αγαπημένος μας Κώστας, κι ας του ευχηθούμε καλό ταξίδι.
Καλό ταξίδι αγάπη μου .



Επίσης η αγαπημένη του παιδική φίλη Πόπη έγραψε ένα ποίημα για τον Κώστα και παρατίθεται εδώ:
Τρίτη 17/12/17 Για τον καλό μου φίλο Κώστα Ανταράκη
Σκιά
Η σκιά σου είναι που πετά
πάνω από τις στέγες
των σπιτιών μας
Το γέλιο σου το τρανταχτό
στ’ αφτιά μου, στην καρδιά μου
στη ψυχή,
ανελέητο αντηχεί στον άδικο
τον ξαφνικό αποχωρισμό μας.
Τα χέρια σου κλωνιά
τα δάχτυλα σου φύλλα
και το κορμί το λυγερό,
κορμός γερός, στητός, ολόρθος
θα στέκει δίπλα μας.
Δεν ήρθα να σε χαιρετίσω
δεν ήρθα να σου πω αντίο
θα μείνεις πάντα στη ζωή μας
σαν ένα ατέλειωτο τραγούδι,
που δεν θάναι ποτέ
το τελευταίο.

Ο λόγος του φίλου του Σταμάτη:

Περνώντας τα χρόνια η περηφάνια σου, το σπίτι σου στο νησί, που σ’ ένα βιωματικό μου απόγευμα, με απίστευτη πίεση χρόνου, χώρεσες μέσα σε λίγη ώρα θεϊκό παστίτσιο, πράμνειο οίνο, μπακλαβά και λικέρ, όλα δικές σου δημιουργίες. Εκεί όμως που φωτίσθηκες ήταν την ώρα που με ξεναγούσες, στα πεπραγμένα αλλά κυρίως στα μελλοντικά σχέδια ενός πανέμορφου σπιτιού που ονειρεύτηκες, μόχθησες και τελικά πραγματοποίησες, αλλά δεν χάρηκες την καινούργια σου ευτυχία και γαλήνη, στη διάρκεια που της έπρεπε. Αλλά έχει ο θάνατος δρόμους ανεξερεύνητους και μια δική του αλλόκοτη δικαιοσύνη.
Είναι αυτό το ίδιο θεϊκό παστίτσιο, που στις βραδινές ιστορίες στο Νικολάκι μου, λίγο πριν κοιμηθεί, σε σχετική μου ερώτηση τι  θυμάται από το μοναδικό για όλους μας βράδυ, στη φιλόξενη βεράντα στο Κέρος, απαντά ανεπιφύλακτα : το παστίτσιο του φίλου σου του Ανταράκη. 

Η βεράντα της Δαμασκηνής, εκείνο το  αλησμόνητο βράδυ μνήμης για τον Δημήτρη, κυριαρχήθηκε από τη λάμψη των ματιών σου και τη ζωντάνια της φωνής σου, που πέρασε μέσα από τα ατέλειωτα τραγούδια που τα ερμήνευσες με απίστευτη εκφραστικότητα και τα απέδωσες με ξεχωριστό και σωστό συνάμα τρόπο, παρά τις περί του αντιθέτου αιτιάσεις των φίλων μας, που χαριτολογώντας σε πείραζαν
Πως θα πείσω το Νικολάκι μου του χρόνου, να ξανάρθει στη βεράντα χωρίς το δέλεαρ του παστίτσιου σου?

Ευχαριστούμε Κωστάκη που γλύκανες τη ζωή μας, που ομόρφυνες τα καλοκαίρια μας με το γέλιο σου, τα αστεία σου, τα τραγούδια σου, την αισιοδοξία σου, την φιλόξενη και φιλότιμη ψυχή σου.
Θα τελειώσω όπως άρχισα : και όλες οι αντένες μιας γης χτυπημένης, μεγάφωνα και ασύρματοι από παντού, γλυκά σε νανουρίζουν και συ ανεβαίνεις ψηλά στους βασιλιάδες τ’ ουρανού. Στα απέραντα μονοπάτια του σύμπαντος που ταξιδεύεις τώρα, ας έχεις συντροφιά σου το ζεστό χαμόγελο του ουρανού.

Αγαπημένε μου και παντοτινέ μας φίλε, σε αποχαιρετώ με την αποστροφή του δικού μας Δημήτρη, όταν έφυγε η μητέρα του. Του το θύμησα όταν μας άφησε κι αυτός όπως κι εσύ, εμβρόντητους και σιωπηλούς στην ασημαντότητα του μικρόκοσμου μας. Το κενό που μας αφήνεις είναι απλήρωτο….
Η βεράντα της Δαμασκηνής θα τραγουδάει  πια για δύο….

…από τον Σταμάτη



Και λίγα λόγια από τη από τη Βαγγελιώ Τσαντέ:

Για έναν άνθρωπο, βέρο Ικαριώτη και με πολλά προσόντα και αρετές. Αυτός ήταν ο Κώστας Ανταράκης του Γεωργίου, κοινώς  Μακανίκος.
Συνταξιούχος ναυτικός, που δυστυχώς έφυγε στα 61 του χρόνια και μάλιστα στα καλύτερα του. Γιατί ζούσε μια γαλήνια ζωή όπως ακριβώς την ήθελε, με όλες τις χαρές που του πρόσφερε το νησί και με μια μεγάλη αισθηματική αγάπη πραγματική, που τον έκανε να βλέπει τη ζωή ακόμα πιο ωραία και διαφορετική.
Μεγάλο το κενό του Κώστα, μονολογεί και κλαίει η Βαγγελιώ , για όλους τους φίλους του αλλά και όσους τον γνώρισαν.

Άλλο ένα κείμενο από φίλο του Κώστα Ανταράκη καρδιολόγο κ. Αδαμόπουλο :
για τον Κώστα….
Ανήμερα Χριστούγεννα 1974 και η πρώτη μεγάλη συνειδητή απώλεια. Η αναχώρηση του παππού με βρίσκει περίλυπο να σιγοψιθυρίζω τότε ένα στίχο αποδεχόμενος το αδήριτο, σήμερα όμως απορώντας για το ανεξήγητο της συντριπτικής απώλειας, δεν σιγοψιθυρίζω αλλά αναφωνώ τον ίδιο στίχο : Η οθόνη βουλιάζει το πλήθος εικόνες ξεχύνονται με μιας. Που πας παλληκάρι ωραίο σαν μύθος κι ολόισια στον θάνατο κολυμπάς?

Στην συντριβή από την αδόκητη απώλεια της μητέρας μου ο εκλεκτός κ. Μηνόπουλος μου επιδαψίλευσε αξέχαστα λόγια παραμυθίας : είναι η εκδίκηση του χάρου παιδί μου, που με τις προσπάθειες σου του αποσπάς την πολύτιμη λεία.  Είσαι κι εσύ λοιπόν Κωστάκη μας, η εκδίκηση του χάρου, που διαρκώς του ξέφευγες, πότε σαν ξένοιαστος καβαλάρης στην άσφαλτο και στο χώμα της Ικαρίας και πότε σαν πολυμήχανος Οδυσσέας στο έλεος του Ποσειδώνα στις ατέλειωτες και απρόβλεπτες θάλασσοπορίες σου.

Στους βασιλικούς τάφους της Πάφου, μια αρχετυπική μορφή χαίρεται τις ομορφιές της ζωής, με περισσή ευγένεια ψυχής και αστείρευτη φιλόξενη διάθεση.  Στο ξακουστό λοιπόν αυτό ψηφιδωτό απεικονίζεται ο βασιλιάς Ικάριος, Κωστάκη, που καλύτερη εκδοχή του το νησί μας δεν μπορούσε να αναζητήσει, παρά μόνο στο δικό σου φωτεινό και συναρπαστικό πέρασμα από τη ζωή.
Η πρώτη μας επικοινωνία Πάσχα στον Πασχαλιά, με ένα γλυκό πόνο στο αυτί και την ευφυή επωδό : θα είσαι πλέον Κοτσαύτης όνομα και πράγμα. ήταν ο πιο πρωτότυπος, ο πιο εκφραστικός τρόπος γνωριμίας για να ξεκινήσει μια μακρόχρονη, ανιδιοτελής, γλυκιά κι ανεπιτήδευτη  φιλία, που το απαράμιλλο πηγαίο χαμόγελο σου, ήξερε να σμιλεύει ανεξίτηλα στο πέρασμα του χρόνου.

Αναπόσπαστο μέλος του νεανικού μας εκδρομικού σωματείου με την σκωπτική αλλά, φευ, προφητική ονομασία “Σακάτης”, οργώσαμε την Ικαρία απ’ άκρου εις άκρο με εκδρομές και πανηγύρια, με βαρκάδες και χοροεσπερίδες, με παρέες, με φιλίες, με έρωτες. Πόσες φορές δεν αναπολήσαμε στις κατοπινές μας συναντήσεις τις εκκωφαντικές ολονυχτίες στον Κελάρη ή την περίφημη κάθοδο με τα πόδια από την Ακαμάτρα, εκστασιασμένοι από την πολυποίκιλη  φόρτιση του πανηγυριού. Όλες αυτές οι νυχτερινές πορείες είχαν μια κοινή κατάληξη : την ανατολή του ήλιου στον Εύδηλο. Ήταν τότε που ξεχνιόμαστε και λέγαμε πως δεν χάνεται η ζωή τόσο εύκολα.




Από τον φίλο του Κώστα, τον δημοσιογράφο Νάσο Μπράτσο :

Οι πρώτες εικόνες του που μου έρχονταν στη μνήμη, ήταν όταν τα καλοκαίρια στον Εύδηλο, τότε που ήταν στην παρέα των “μεγάλων” και εγώ στην παρέα των “μικρών”, δηλαδή οι τελειόφοιτοι λυκείου ή πρωτοετείς φοιτητές από τη μία και οι πάνω – κάτω 15 χρονοι γυμνασιόπαιδες από την άλλη, ηλικιακή διαφορά που τα επόμενα χρόνια έπαψε να είναι εμπόδιο επικοινωνίας.
Θυμάμαι εκείνα τα χρόνια που με ενημέρωνε για τα όσα μάθαινε στη ναυτική σχολή. Επίσης αρμένιζε στις θάλασσες του νησιού, με το περιβόητο “Κοβζεβζό”, ένα πλαστικό ή από άλλο παρεμφερές υλικό, σκάφος που για τα δεδομένα της εποχής ήταν “αεροδιαστημικό” σκαρί τύπου κρις κραφτ.
Τα επόμενα χρόνια μπάρκαρε, αλλά πάντα ήταν παρόν στα γλέντια στην Ικαρία, σε κάποιες σποραδικές συναντήσεις στην Αθήνα και γενικά ήταν αυτό που λέμε της παρέας. Πάντα με κέφι και χιούμορ και πάντα μεγάλο πειραχτήρι. Συνταξιούχος ναυτικός τα τελευταία χρόνια, είχε αξιοζήλευτες επιδόσεις και στην κηπουρική, τόσο στο σπίτι του, όσο και ενισχύοντας τις προσπάθειες άλλων.
Ο χαμός του ήταν αναπάντεχος και μου θύμισε μία σχετικά πρόσφατη συζήτηση που είχαμε στην αυλή μου στον Εύδηλο.
Μιλώντας για τα ταξίδια του, έλεγε ότι στις βόρειες χώρες, τα δέντρα είναι απολύτως ίσια και τα έφτιαξε έτσι η φύση για να μην βαραίνουν μονόπαντα από το χιόνι που μαζεύουν το χειμώνα και έτσι θα έγερναν ή θα έπεφταν.
Έτσι σαν τα ίσια δέντρα έφυγε και έτσι θα τον θυμόμαστε. Μετά την πάνδημη κηδεία στην Ικαρία, η μεγάλη συμμετοχή στο μνημόσυνο των 40 ημερών στην Αθήνα, έδειξε ότι ήταν ιδιαίτερα αγαπητός και η μνήμη του θα μείνει άσβεστη.


Τα λόγια που ειπώθηκαν παραπάνω για την ξαφνική απώλεια ενός νέου ανθρώπου, έτσι ξαφνικά, έρχονται να δέσουν μια εικόνα που είχα εγώ γι αυτόν τον συμπατριώτη μας, που τον ήξερα πολύ λιγότερο από τους προηγούμενος συγγενείς και φίλους του, αλλά μου έκανε πάντα εντύπωση η φυσιογνωμία και η προσωπικότητα του Κώστα Ανταράκη. Όποτε είχαμε ανταμώσει εκεί στο λιμάνι στον Εύδηλο, σε κοινές παρέες, ήταν πάντα με το χαμόγελο του και όταν λέγαμε αστεία, ήταν γνώριμο το τρανταχτό του γέλιο, που αντιλαλούσε όλο το λιμάνι. Αυτό έδειχνε, κατά την ταπεινή μου γνώμη, έναν άνθρωπο “έξω καρδιά” που ήξερε να απολαμβάνει και τη παραμικρή στιγμή της ζωής του. Άδικο, πολύ άδικο να φεύγουν τόσο νέοι άνθρωποι από τον τόπο μας. Καλό του ταξίδι λοιπόν!!

Σωτήρης Πολίτης