...αναδημοσίευση από το www.ert.gr...
Ναύτης και απόφοιτος σχολής μηχανικών ο Σταμάτης Σ. Μαυρογεώργης, κατέγραψε αρκετές από τις σημαντικές του εμπειρίες, στο σπάνιο πια και δυσεύρετο βιβλίο «Παν μη αγγελλόμενον αεροσκάφος να βάλλεται». Η φράση – εντολή ήταν αυτή που έκανε τότε τον ίδιο να αντιληφθεί και την επίσημη έναρξη του πολέμου.
Ο Ικαριώτης Σταμάτης Μαυρογεώργης, ήταν πλήρωμα στο «Νίκη» (τορπιλοβόλο αυστριακό λάφυρο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, σε κακή κατάσταση) και ακολούθως στο υποβρύχιο «Νηρεύς», όμως έκανε και άλλες αποστολές, όπως η μεταφορά προσφύγων πολέμου, με το πλοίο «Ορντούνα».
Το πλήρωμα του «Νίκη» όταν η Ελλάδα συνθηκολόγησε με τη Γερμανία και αρκετοί αξιωματικοί έφυγαν κατά μόνας ή εγκατέλειψαν τον αγώνα, ξεσηκώθηκε και απαίτησε να συνεχιστεί ο αγώνας, πυροδοτώντας θύελλα ενθουσιασμού στον ελληνικό πολεμικό στόλο, ο οποίος τελικά δεν παραδόθηκε, αλλά έφυγε για τη Μέση Ανατολή για να συνεχίσει τον αγώνα.
Ήταν ένα μαζικό, αντιφασιστικό ενθουσιώδες κάλεσμα της βάσης του Πολεμικού Ναυτικού, να μην υποταχτούν στον Άξονα. Για το περιστατικό αυτό και τον αντίκτυπο που είχε στους Έλληνες, αναφορά έχει ήδη γίνει στα πλαίσια του αφιερώματός μας.
O Σ.Μ. αναφέρει ότι μετά από αποστολές των υποβρυχίων, που είχαν αποτέλεσμα μεγάλη καταπόνηση, τους έδιναν δεκαήμερη ανάπαυση σε ορεινά θέρετρα του Λιβάνου: «Στο χωριό Χαμανά είναι το αναπαυτήριό μας. Οι κάτοικοι, οι περισσότεροι χριστιανοί κόπτες μας καλοδέχονται και πολλοί μιλούν ελληνικά. Λίγα χιλιόμετρα πιό πέρα, άλλο χωριό πιο μεγάλο, το Αλέι, όπου φιλοξενήθηκαν πολλοί Έλληνες πρόσφυγες».
Σταχυολογήσαμε μερικά από τα γραφόμενά του, από το ταξίδι με τους πρόσφυγες στο «Ορντούνα».
«Όταν ανεβήκαμε στο καράβι, μόνο οι Έλληνες πρόσφυγες ήταν μέσα, τακτοποιημένοι, αν αυτό λέγεται τακτοποίηση. Τους είχαν σε ένα αμπάρι πάνω στον κουραδόρο. Και είναι ο κουραδόρος στη ναυτική γλώσσα ο δεύτερος όροφος ας πούμε το αμπάρι. Εκεί σε αυτό το χώρο, οι πρόσφυγες είχαν απλώσει τα υπάρχοντά τους και κούρνιαζαν. Χαρήκαμε που είδαμε τόσους πατριώτες και αυτοί περισσότερο που ένιωσαν κάποια σιγουριά σαν είδαν τόσους Έλληνες στρατιώτες που θα τους είχαν συνταξιδιώτες. Θυμάμαι και μερικούς Καριώτες που γνώρισα εκεί, ήταν μία Τσούνη από την Αρέθουσα, με τα δύο της παιδιά, η Γαρδία από το Αυλάκι με τα πολλά της παιδιά, μικρά και μεγάλα, δύο αδελφές Παπαλά από το Περδίκι, ο Κώστας Μουσούλης από τον Εύδηλο, με τη γυναίκα του και το παιδί του και άλλοι που δυστυχώς δεν θυμάμαι».
To ert.gr υπενθυμίζει ότι ότι σε άλλη συνέντευξη του αφιερώματος γίνεται αναφορά στον Κ. Μουσούλη.
Ακολούθως ο Σ.Μ. αναφέρεται σε άλλες εθνικότητες συνταξιδιωτών είτε προσφύγων είτε στρατευμένων, που ο καθένας ταξίδευε για το δικό του σκοπό και προορισμό.
Και συνεχίζει περιγράφοντας ότι κάθε μέρα έπρεπε να κάνουν γυμνάσια για την περίπτωση που θα χρειάζονταν να εγκαταλείψουν το πλοίο:
«Άντε τώρα να φορέσεις σωσίβια στα γυναικόπαιδα και να τους λες ότι πρόκειται για γυμνάσια. Οι μανάδες κλαίνε και τα παιδιά τσιρίζουν. Οι στρατιώτες του Κύκλωπα (Εγγλέζος αξιωματικός) προσπαθούν μαλακά να κάνουν αυτό που πρέπει και τα κλάματα γίνονται πιο πολλά και πιο δυνατά. Οι στρατιώτες μιλούν αγγλικά, μα ποιος τους καταλαβαίνει».
«Η κατάσταση είναι αρκετά δύσκολη και ο Κύκλωπας επιμένει. Την άλλη μέρα πάλι γυμνάσια και ο Κύκλωπας αναθέτει σε μας να οδηγούμε αυτές τις οικογένειες των προσφύγων στις βάρκες τους, μιας και είμαστε η ίδια φυλή και δεν υπήρχε η δυσκολία της γλώσσας. Θα τους φορούσαμε τα σωσίβια, θα τους δίναμε θάρρος.
Πες πως κάτι καταφέραμε, πες πως αναθάρρεψαν τούτοι οι ταλαίπωροι και όπως γλίτωσαν από την πείνα, έτσι θα γλίτωναν και τώρα από το πνίξιμο ή τα σκυλόψαρα. Δεν ξεχνούσαν όμως ποτέ πως ήταν πόλεμος, πως ήταν πρόσφυγες και τα δάκρυα κάθε μέρα την ίδια ώρα που γινόταν τα γυμνάσια, γέμιζαν τα μάτια τους.
Εμείς σαν στρατιώτες, ίσως είχαμε κάποιο προορισμό, κάποιο καθήκον, μα τούτο το μπουλούκι όλο και ξεμάκραινε μακριά από την πατρίδα, για το άγνωστο. Όπου τους πάνε χωρίς προορισμό και ίσως χωρίς ελπίδα για γυρισμό».
Επίσης ο Σ.Μ. περιγράφει ότι σταδιακά οι Έλληνες πρόσφυγες άρχισαν να παίζουν στο κατάστρωμα βόλεϊ με ένα κουρελοτόπι, ή μπιζ. Τότε ο Κύκλωπας διέταξε να αναλάβουν οι Έλληνες πρόσφυγες τη μεταφορά των τροφίμων από τις αποθήκες και τα ψυγεία προς τα μαγειρεία, που αμέσως τους έκοβε τα όσα έκαναν στο κατάστρωμα.
«Δέκα μέρες ταξιδεύαμε για να φτάσουμε στο Τζιμπουτί. Είναι ο πρώτος μας σταθμός μετά το Σουέζ. Το Τζιμπουτί βρίσκεται στην έξοδο της Ερυθράς Θάλασσας προς τον Ινδικό ωκεανό».
Το ταξίδι συνεχίζεται και ο Σ.Μ. γράφει ότι «Τούτοι οι Τούρκοι καλοί και ευγενικοί φαίνονται. Αν και δεν έχουμε καμία επαφή σαν συναντηθούμε μας χαιρετούν και τους χαιρετούμε. Μία μέρα μοίρασαν στα παιδάκια της προσφυγιάς σοκολάτες, ένα δείγμα ανθρωπιάς. Τώρα που βρίσκουμε το μίσος για τους Τούρκους και εκείνοι για μας από τα παιδικά μας χρόνια ακόμη, αυτό όλοι το ξέρουμε, δεν μπορούμε όμως να το ξεπεράσουμε. Συμφέροντα και μεγάλα μάλιστα , γιατί όχι και η θρησκεία.
Πήγα πολλές φορές στην Τουρκία αυτά τα χρόνια που ταξίδευα και μάλιστα σε εποχή έντασης. Πάντα είμαστε καλοδεχούμενοι. Δεν υπάρχει μίσος, δεν υπάρχει θέση για αυτό».
Οι 20 Τούρκοι πήγαιναν για να εκπαιδευτούν σαν πιλότοι, υπενθυμίζουμε ότι η Τουρκία δεν πήρε μέρος στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Το ταξίδι συνεχίστηκε έτσι χωρίς απρόοπτα, ώσπου μία μέρα φτάσαμε σε κάποιο μέρος. Μόνο πράσινο βλέπαμε και ελάχιστα κτίσματα, ήταν το Νταρ Ελ Σαλάμ, ένα λιμάνι της ανατολικής Αφρικής, της σημερινής Τανζανίας. Εδώ θα αποβιβάζονταν οι Έλληνες πρόσφυγες και σιδηροδρομικώς, αφού διέσχιζαν όλη τη χώρα, στο Βελγικό Κογκό, το σημερινό Ζαΐρ.
Η αποβίβαση των προσφύγων έγινε με πλωτά μέσα. Βοηθήσαμε κι εμείς να φορτωθούν οι πραμάτειες και αποχαιρετιστήκαμε. Τώρα ποιος λυπόταν τον άλλο, θαρρώ πως κρατούσαμε την ίδια απόσταση. Και οι δύο πηγαίναμε στο άγνωστο. Ευτυχώς σε τέτοιες στιγμές ο άνθρωπος γιγαντώνεται, ξεπερνά τον εαυτό του και οι συγκινήσεις και τα δάκρυα δεν έχουν θέση. Ο αγώνας ήταν για επιβίωση, για πατρίδα και ο καθένας μας θα ακολουθούσε το πεπρωμένο του, με πίστη και ελπίδα το γυρισμό».
Με προβλήματα υγείας από τις πολεμικές αποστολές ο Σ.Μ. μπαίνει το Μάρτη του 1944 στο Κοτσίκειο νοσοκομείο Αλεξάνδρειας. Από εκεί τον πάνε για ανάκριση, αν γνώριζε το Γιάννη Σαλλά (ηγετικό στέλεχος της ΑΣΟ – αντιφασιστική στρατιωτική οργάνωση) που τον γνώριζε, Ικαριώτες και οι δύο και ο Σ.Μ. ήταν γνωστός για τη στράτευσή του στην αριστερά και ακολούθως τον κλείνουν για λίγο καιρό σε στρατόπεδο. Στην Ελλάδα γύρισε το 1945 και απελύθη τον Απρίλιο του 1946 μετά από επτά χρόνια στρατιωτικής ζωής.
Στα μετεμφυλιακά χρόνια διώχτηκε και εξορίστηκε ως «αντεθνικό στοιχείο» και χωρίς δικαίωμα εργασίας ως το 1954. Κάποιες από τις σημειώσεις – ημερολόγιο της περιόδου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, που τις επεξεργάζονταν στην εξορία της Μακρονήσου, του τις πήραν και τις κατέστρεψαν, διότι ήταν γραπτά «αντεθνικού περιεχομένου» και πολύτιμες ιστορικές πληροφοορίες χάθηκαν. Το μεταγενέστερο γράψιμό τους, είχε απώλειες λόγω ξεθωριάσματος της μνήμης με την πάροδο του χρόνου.
Όλοι οι κύκλοι του αφιερώματος στην ανάρτηση: Αναγνώριση της ερευνητικής δουλειάς του ert.gr
Κάθε μέρα λίγα λεπτά μετά τις 7πμ διαβάστε στο www.ert.gr
Τρίτη 20 Ιουνίου 2017: Casarma: Το ιταλικό παρατηρητήριο στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (pic)
Τετάρτη 21 Ιουνίου 2017: Διογένης Μαυρογεώργης: Η απόδραση από το κρατητήριο των Ιταλών και η πορεία του στη Μέση Ανατολή
Πέμπτη 22 Ιουνίου 2017: Ο Κώστας Βαρβέρης θυμάται τα χρόνια της κατοχής στη Σύρο
Παρασκευή 23 Ιουνίου 2017: Η Σύρος τα χρόνια της κατοχής: Συνέντευξη με την Παναγιώτα Καρέλλα – Λειβαδάρα
Σάββατο 24 Ιουνίου 2017: Η Δ. Σπανού – Μπονάτσου στο ert.gr: Η δασκάλα των προσφυγόπουλων στο Νουσεϊράτ
Κυριακή 25 Ιουνίου 2017: Από τον Άγιο Φωκά το 1942 έως την Κύπρο δαμάζοντας τα κύματα – Η προσφυγική οδύσσεια του Ν. Φουντούλη
Δευτέρα 26 Ιουνίου 2017: Προχωράει η διαμόρφωση του «μνημείου της προσφυγιάς»
Τρίτη 27 Ιουνίου 2017: Η φιλόξενη αγκαλιά του Λιβάνου στους Έλληνες πρόσφυγες
Τετάρτη 28 Ιουνίου 2017: Τσεσμές: Το Hot Spot των Ελλήνων προσφύγων στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
Πέμπτη 29 Ιουνίου 2017: Αεροπορικώς ψάρια για τις λίμνες της Ελλάδας – Μετά το κατοχικό πλιάτσικο
Παρασκευή 30 Ιουνίου 2017: H διπλή προσφυγιά του ποιητή Φώτη Αγγουλέ
Σάββατο 1 Ιουλίου 2017: «Τρώγαμε και τσικνήθρες (τσουκνίδες) και μολόχες» ο Γ. Ψιλόπουλος θυμάται την κατοχή στη Σύρο
Κυριακή 2 Ιουλίου 2017: Επιβίωση με δελτία τροφίμων και «αραντό» στη Σύρο της κατοχής
Δευτέρα 3 Ιουλίου 2017: Η μάχη του Ελ Αλαμέιν και η επίπτωσή της στις μετακινήσεις Ελλήνων προσφύγων
Τρίτη 4 Ιουλίου 2017: Κατοχικές πανιότες σκατολέτες και λούπινα – Οι αναμνήσεις του Συριανού Σπύρου Κρεατσούλα
Τετάρτη 5 Ιουλίου 2017: ΑSYA MINOR yeniden: Η τουρκική ματιά στην ελληνική προσφυγιά του Β’ Παγκοσμίου πολέμου
Πέμπτη 6 Ιουλίου 2017: Mαρία Οικονόμου – Μανωλιού: Το προσφυγικό της ταξίδι από τη Σάμο στη Γάζα
Παρασκευή 7 Ιουλίου 2017: Ανδρέας Χριστόπουλος – από το πολεμικό ναυτικό στα «σύρματα» των Εγγλέζων στην Αίγυπτο
Ναύτης και απόφοιτος σχολής μηχανικών ο Σταμάτης Σ. Μαυρογεώργης, κατέγραψε αρκετές από τις σημαντικές του εμπειρίες, στο σπάνιο πια και δυσεύρετο βιβλίο «Παν μη αγγελλόμενον αεροσκάφος να βάλλεται». Η φράση – εντολή ήταν αυτή που έκανε τότε τον ίδιο να αντιληφθεί και την επίσημη έναρξη του πολέμου.
Ο Ικαριώτης Σταμάτης Μαυρογεώργης, ήταν πλήρωμα στο «Νίκη» (τορπιλοβόλο αυστριακό λάφυρο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, σε κακή κατάσταση) και ακολούθως στο υποβρύχιο «Νηρεύς», όμως έκανε και άλλες αποστολές, όπως η μεταφορά προσφύγων πολέμου, με το πλοίο «Ορντούνα».
Το πλήρωμα του «Νίκη» όταν η Ελλάδα συνθηκολόγησε με τη Γερμανία και αρκετοί αξιωματικοί έφυγαν κατά μόνας ή εγκατέλειψαν τον αγώνα, ξεσηκώθηκε και απαίτησε να συνεχιστεί ο αγώνας, πυροδοτώντας θύελλα ενθουσιασμού στον ελληνικό πολεμικό στόλο, ο οποίος τελικά δεν παραδόθηκε, αλλά έφυγε για τη Μέση Ανατολή για να συνεχίσει τον αγώνα.
Ήταν ένα μαζικό, αντιφασιστικό ενθουσιώδες κάλεσμα της βάσης του Πολεμικού Ναυτικού, να μην υποταχτούν στον Άξονα. Για το περιστατικό αυτό και τον αντίκτυπο που είχε στους Έλληνες, αναφορά έχει ήδη γίνει στα πλαίσια του αφιερώματός μας.
O Σ.Μ. αναφέρει ότι μετά από αποστολές των υποβρυχίων, που είχαν αποτέλεσμα μεγάλη καταπόνηση, τους έδιναν δεκαήμερη ανάπαυση σε ορεινά θέρετρα του Λιβάνου: «Στο χωριό Χαμανά είναι το αναπαυτήριό μας. Οι κάτοικοι, οι περισσότεροι χριστιανοί κόπτες μας καλοδέχονται και πολλοί μιλούν ελληνικά. Λίγα χιλιόμετρα πιό πέρα, άλλο χωριό πιο μεγάλο, το Αλέι, όπου φιλοξενήθηκαν πολλοί Έλληνες πρόσφυγες».
Σταχυολογήσαμε μερικά από τα γραφόμενά του, από το ταξίδι με τους πρόσφυγες στο «Ορντούνα».
«Όταν ανεβήκαμε στο καράβι, μόνο οι Έλληνες πρόσφυγες ήταν μέσα, τακτοποιημένοι, αν αυτό λέγεται τακτοποίηση. Τους είχαν σε ένα αμπάρι πάνω στον κουραδόρο. Και είναι ο κουραδόρος στη ναυτική γλώσσα ο δεύτερος όροφος ας πούμε το αμπάρι. Εκεί σε αυτό το χώρο, οι πρόσφυγες είχαν απλώσει τα υπάρχοντά τους και κούρνιαζαν. Χαρήκαμε που είδαμε τόσους πατριώτες και αυτοί περισσότερο που ένιωσαν κάποια σιγουριά σαν είδαν τόσους Έλληνες στρατιώτες που θα τους είχαν συνταξιδιώτες. Θυμάμαι και μερικούς Καριώτες που γνώρισα εκεί, ήταν μία Τσούνη από την Αρέθουσα, με τα δύο της παιδιά, η Γαρδία από το Αυλάκι με τα πολλά της παιδιά, μικρά και μεγάλα, δύο αδελφές Παπαλά από το Περδίκι, ο Κώστας Μουσούλης από τον Εύδηλο, με τη γυναίκα του και το παιδί του και άλλοι που δυστυχώς δεν θυμάμαι».
To ert.gr υπενθυμίζει ότι ότι σε άλλη συνέντευξη του αφιερώματος γίνεται αναφορά στον Κ. Μουσούλη.
Ακολούθως ο Σ.Μ. αναφέρεται σε άλλες εθνικότητες συνταξιδιωτών είτε προσφύγων είτε στρατευμένων, που ο καθένας ταξίδευε για το δικό του σκοπό και προορισμό.
Και συνεχίζει περιγράφοντας ότι κάθε μέρα έπρεπε να κάνουν γυμνάσια για την περίπτωση που θα χρειάζονταν να εγκαταλείψουν το πλοίο:
«Άντε τώρα να φορέσεις σωσίβια στα γυναικόπαιδα και να τους λες ότι πρόκειται για γυμνάσια. Οι μανάδες κλαίνε και τα παιδιά τσιρίζουν. Οι στρατιώτες του Κύκλωπα (Εγγλέζος αξιωματικός) προσπαθούν μαλακά να κάνουν αυτό που πρέπει και τα κλάματα γίνονται πιο πολλά και πιο δυνατά. Οι στρατιώτες μιλούν αγγλικά, μα ποιος τους καταλαβαίνει».
«Η κατάσταση είναι αρκετά δύσκολη και ο Κύκλωπας επιμένει. Την άλλη μέρα πάλι γυμνάσια και ο Κύκλωπας αναθέτει σε μας να οδηγούμε αυτές τις οικογένειες των προσφύγων στις βάρκες τους, μιας και είμαστε η ίδια φυλή και δεν υπήρχε η δυσκολία της γλώσσας. Θα τους φορούσαμε τα σωσίβια, θα τους δίναμε θάρρος.
Πες πως κάτι καταφέραμε, πες πως αναθάρρεψαν τούτοι οι ταλαίπωροι και όπως γλίτωσαν από την πείνα, έτσι θα γλίτωναν και τώρα από το πνίξιμο ή τα σκυλόψαρα. Δεν ξεχνούσαν όμως ποτέ πως ήταν πόλεμος, πως ήταν πρόσφυγες και τα δάκρυα κάθε μέρα την ίδια ώρα που γινόταν τα γυμνάσια, γέμιζαν τα μάτια τους.
Εμείς σαν στρατιώτες, ίσως είχαμε κάποιο προορισμό, κάποιο καθήκον, μα τούτο το μπουλούκι όλο και ξεμάκραινε μακριά από την πατρίδα, για το άγνωστο. Όπου τους πάνε χωρίς προορισμό και ίσως χωρίς ελπίδα για γυρισμό».
Επίσης ο Σ.Μ. περιγράφει ότι σταδιακά οι Έλληνες πρόσφυγες άρχισαν να παίζουν στο κατάστρωμα βόλεϊ με ένα κουρελοτόπι, ή μπιζ. Τότε ο Κύκλωπας διέταξε να αναλάβουν οι Έλληνες πρόσφυγες τη μεταφορά των τροφίμων από τις αποθήκες και τα ψυγεία προς τα μαγειρεία, που αμέσως τους έκοβε τα όσα έκαναν στο κατάστρωμα.
«Δέκα μέρες ταξιδεύαμε για να φτάσουμε στο Τζιμπουτί. Είναι ο πρώτος μας σταθμός μετά το Σουέζ. Το Τζιμπουτί βρίσκεται στην έξοδο της Ερυθράς Θάλασσας προς τον Ινδικό ωκεανό».
Το ταξίδι συνεχίζεται και ο Σ.Μ. γράφει ότι «Τούτοι οι Τούρκοι καλοί και ευγενικοί φαίνονται. Αν και δεν έχουμε καμία επαφή σαν συναντηθούμε μας χαιρετούν και τους χαιρετούμε. Μία μέρα μοίρασαν στα παιδάκια της προσφυγιάς σοκολάτες, ένα δείγμα ανθρωπιάς. Τώρα που βρίσκουμε το μίσος για τους Τούρκους και εκείνοι για μας από τα παιδικά μας χρόνια ακόμη, αυτό όλοι το ξέρουμε, δεν μπορούμε όμως να το ξεπεράσουμε. Συμφέροντα και μεγάλα μάλιστα , γιατί όχι και η θρησκεία.
Πήγα πολλές φορές στην Τουρκία αυτά τα χρόνια που ταξίδευα και μάλιστα σε εποχή έντασης. Πάντα είμαστε καλοδεχούμενοι. Δεν υπάρχει μίσος, δεν υπάρχει θέση για αυτό».
Οι 20 Τούρκοι πήγαιναν για να εκπαιδευτούν σαν πιλότοι, υπενθυμίζουμε ότι η Τουρκία δεν πήρε μέρος στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Το ταξίδι συνεχίστηκε έτσι χωρίς απρόοπτα, ώσπου μία μέρα φτάσαμε σε κάποιο μέρος. Μόνο πράσινο βλέπαμε και ελάχιστα κτίσματα, ήταν το Νταρ Ελ Σαλάμ, ένα λιμάνι της ανατολικής Αφρικής, της σημερινής Τανζανίας. Εδώ θα αποβιβάζονταν οι Έλληνες πρόσφυγες και σιδηροδρομικώς, αφού διέσχιζαν όλη τη χώρα, στο Βελγικό Κογκό, το σημερινό Ζαΐρ.
Η αποβίβαση των προσφύγων έγινε με πλωτά μέσα. Βοηθήσαμε κι εμείς να φορτωθούν οι πραμάτειες και αποχαιρετιστήκαμε. Τώρα ποιος λυπόταν τον άλλο, θαρρώ πως κρατούσαμε την ίδια απόσταση. Και οι δύο πηγαίναμε στο άγνωστο. Ευτυχώς σε τέτοιες στιγμές ο άνθρωπος γιγαντώνεται, ξεπερνά τον εαυτό του και οι συγκινήσεις και τα δάκρυα δεν έχουν θέση. Ο αγώνας ήταν για επιβίωση, για πατρίδα και ο καθένας μας θα ακολουθούσε το πεπρωμένο του, με πίστη και ελπίδα το γυρισμό».
Με προβλήματα υγείας από τις πολεμικές αποστολές ο Σ.Μ. μπαίνει το Μάρτη του 1944 στο Κοτσίκειο νοσοκομείο Αλεξάνδρειας. Από εκεί τον πάνε για ανάκριση, αν γνώριζε το Γιάννη Σαλλά (ηγετικό στέλεχος της ΑΣΟ – αντιφασιστική στρατιωτική οργάνωση) που τον γνώριζε, Ικαριώτες και οι δύο και ο Σ.Μ. ήταν γνωστός για τη στράτευσή του στην αριστερά και ακολούθως τον κλείνουν για λίγο καιρό σε στρατόπεδο. Στην Ελλάδα γύρισε το 1945 και απελύθη τον Απρίλιο του 1946 μετά από επτά χρόνια στρατιωτικής ζωής.
Στα μετεμφυλιακά χρόνια διώχτηκε και εξορίστηκε ως «αντεθνικό στοιχείο» και χωρίς δικαίωμα εργασίας ως το 1954. Κάποιες από τις σημειώσεις – ημερολόγιο της περιόδου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, που τις επεξεργάζονταν στην εξορία της Μακρονήσου, του τις πήραν και τις κατέστρεψαν, διότι ήταν γραπτά «αντεθνικού περιεχομένου» και πολύτιμες ιστορικές πληροφοορίες χάθηκαν. Το μεταγενέστερο γράψιμό τους, είχε απώλειες λόγω ξεθωριάσματος της μνήμης με την πάροδο του χρόνου.
Όλοι οι κύκλοι του αφιερώματος στην ανάρτηση: Αναγνώριση της ερευνητικής δουλειάς του ert.gr
Κάθε μέρα λίγα λεπτά μετά τις 7πμ διαβάστε στο www.ert.gr
Τρίτη 20 Ιουνίου 2017: Casarma: Το ιταλικό παρατηρητήριο στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (pic)
Τετάρτη 21 Ιουνίου 2017: Διογένης Μαυρογεώργης: Η απόδραση από το κρατητήριο των Ιταλών και η πορεία του στη Μέση Ανατολή
Πέμπτη 22 Ιουνίου 2017: Ο Κώστας Βαρβέρης θυμάται τα χρόνια της κατοχής στη Σύρο
Παρασκευή 23 Ιουνίου 2017: Η Σύρος τα χρόνια της κατοχής: Συνέντευξη με την Παναγιώτα Καρέλλα – Λειβαδάρα
Σάββατο 24 Ιουνίου 2017: Η Δ. Σπανού – Μπονάτσου στο ert.gr: Η δασκάλα των προσφυγόπουλων στο Νουσεϊράτ
Κυριακή 25 Ιουνίου 2017: Από τον Άγιο Φωκά το 1942 έως την Κύπρο δαμάζοντας τα κύματα – Η προσφυγική οδύσσεια του Ν. Φουντούλη
Δευτέρα 26 Ιουνίου 2017: Προχωράει η διαμόρφωση του «μνημείου της προσφυγιάς»
Τρίτη 27 Ιουνίου 2017: Η φιλόξενη αγκαλιά του Λιβάνου στους Έλληνες πρόσφυγες
Τετάρτη 28 Ιουνίου 2017: Τσεσμές: Το Hot Spot των Ελλήνων προσφύγων στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
Πέμπτη 29 Ιουνίου 2017: Αεροπορικώς ψάρια για τις λίμνες της Ελλάδας – Μετά το κατοχικό πλιάτσικο
Παρασκευή 30 Ιουνίου 2017: H διπλή προσφυγιά του ποιητή Φώτη Αγγουλέ
Σάββατο 1 Ιουλίου 2017: «Τρώγαμε και τσικνήθρες (τσουκνίδες) και μολόχες» ο Γ. Ψιλόπουλος θυμάται την κατοχή στη Σύρο
Κυριακή 2 Ιουλίου 2017: Επιβίωση με δελτία τροφίμων και «αραντό» στη Σύρο της κατοχής
Δευτέρα 3 Ιουλίου 2017: Η μάχη του Ελ Αλαμέιν και η επίπτωσή της στις μετακινήσεις Ελλήνων προσφύγων
Τρίτη 4 Ιουλίου 2017: Κατοχικές πανιότες σκατολέτες και λούπινα – Οι αναμνήσεις του Συριανού Σπύρου Κρεατσούλα
Τετάρτη 5 Ιουλίου 2017: ΑSYA MINOR yeniden: Η τουρκική ματιά στην ελληνική προσφυγιά του Β’ Παγκοσμίου πολέμου
Πέμπτη 6 Ιουλίου 2017: Mαρία Οικονόμου – Μανωλιού: Το προσφυγικό της ταξίδι από τη Σάμο στη Γάζα
Παρασκευή 7 Ιουλίου 2017: Ανδρέας Χριστόπουλος – από το πολεμικό ναυτικό στα «σύρματα» των Εγγλέζων στην Αίγυπτο