Ομάδα Μελέτης Σύγχρονης Ιστορίας Ν. Βοιωτίας
Διεξαγωγή Ιστορικής Διημερίδας στη Λιβαδειά:Μάρτιος 2016
Λαϊκές Εξουσίες και Δομές Αυτό-οργάνωσης
Τα ιστορικά παραδείγματα
Υπάρχουν ιστορικά δύο διακριτές διαδικασίες κοινωνικο-πολιτικής συγκρότησης: αυτή που αναπτύσσεται στο πλαίσιο εξουσιαστικών σχέσεων και εκείνη που βασίζεται στη βαθμιαία αποδόμησή τους και τον κοινωνικό έλεγχο μέσω θεσμών κα δομών που εξασφαλίζουν τη διαρκή πολιτικοποίηση και κοινωνική συμμετοχή. Οι πρώτες είναι συνώνυμες με τις ταξικές κοινωνίες. Οι δεύτερες με τον αγώνα για την υπέρβασή τους και την αλλαγή των παραγωγικών σχέσεων.
Η πρώτη διαδικασία διακρίνει τη σφαίρα του πολιτικού από τις κοινωνικές δομές αλλά τη συνδέει με ιδιωτικά συμφέροντα, την καθιστά αυτόνομη και επιβάλει σχέσεις πολιτικής αντιπροσώπευσης που στηρίζονται στον συγκεντρωτισμό, σε γραφειοκρατικούς μηχανισμούς, στη μερική ή ολική αποσύνδεση των σφαιρών εξουσίας, σε έναν δείκτη κυριαρχίας του ενός μηχανισμού στον άλλο. Αντίθετα, η άλλη δομή πολιτικής οργάνωσης και οικονομικής συγκρότησης απαιτεί την ενοποίηση των σφαιρών εξουσίας υπό λαϊκή διεύθυνση, τον σταδιακό μαρασμό τους, τα δίκτυα λαϊκής διαχείρισης της οικονομικής διαδικασίας, τις επιτροπές σχεδιασμού, την αποκέντρωση, τη συνέλευση και την εκπροσώπηση, την ανακλητότητα, την ενεργοποίηση και τη λαϊκή δημιουργικότητα ως μια διαρκή συνθήκη υπεράσπισης της κοινωνικής και πολιτικής ισότητας.
Ωστόσο, η δεύτερη αυτή ιστορική διαδικασία είναι ένα σπάνιο ιστορικό φαινόμενο, εγκλωβισμένο μέσα στις ταξικές κοινωνίες, που πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια τομών στην ιστορία, προϋπέθετε την επιτάχυνση των λειτουργιών της, κατεστάλη αιματηρά αλλά προσδιόρισε καθοριστικά και αναπαρήγαγε, ως ένα διαρκές στοιχείο στην κοινωνική συνείδηση, την απαίτηση για ένα άλλο μοντέλο κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης. Σε όλες τις περιπτώσεις συνδέθηκε με την ανάδυση κοινωνικών κινημάτων που συγκροτήθηκαν για να υπερασπίσουν κοινωνίες που υφίσταντο επιθέσεις κοινωνικής διάλυσης και στηρίχθηκαν σε χαλαρά, μεν, πλαίσια πολιτικής δράσης, αλλά και στην αφοσίωση και την καθημερινή πολιτική ενεργοποίηση, συνήθως νέων ανθρώπων. Η αναγνώριση των κινηματικών στόχων προϋποθέτει συγκλίσεις και συμμαχίες, έναν βαθμό σχεδιασμένης δράσης, επιλεγμένη σχέση με τους παραδοσιακούς μηχανισμούς εργατικής εκπροσώπησης (συνδικάτα, εργατικά κόμματα) και μια αιτηματολογία προσωπικής ολοκλήρωσης και έκφρασης.
Πράγματι, παρά την περιορισμένη χρονικά εμπειρία τέτοιων συνθηκών πολιτικής δράσης, οι άνθρωποι, έχοντας ως φορτίο τη μυθολογία που γέννησε η πρώτη μορφή εκδήλωσης αυτής της επαναστατικής κινηματικής διαδικασίας, η Παρισινή Κομμούνα, συντήρησαν ως όνειρο, και το κράτος ως απειλή, μια διαρκή απαίτηση κοινωνικής μεταβολής, που υλοποιήθηκε στα οδοφράγματα της επανάστασης των μπολσεβίκων στα 1917-1923, στον αγώνα των μαζών στον ισπανικό Εμφύλιο, στις λαϊκές εξουσίες που συγκροτήθηκαν στις κατεχόμενες από τον Άξονα χώρες (Ελλάδα, Γιουγκοσλαβία, Κίνα), στην Επανάσταση στην Κούβα, στα 1959, στις εξεγέρσεις της Γαλλίας του ύστερου καπιταλισμού του 1968.
Παρά το γεγονός ότι οι αναστροφές, οι ήττες και η καταστολή αυτών των κοινωνικών εξεγέρσεων γέννησαν απογοήτευση και την κακή αξιοποίηση της εμπειρίας τους που οδήγησε σε φαινόμενα κατακερματισμού, αποκλεισμών και περιχαράκωσης, μικρές επαναστατικές σέκτες και δογματικούς υπεραριστερούς απομονωτισμούς, οι νέες συνθήκες αστικής επίθεσης που διαμόρφωσαν οι όροι της κεφαλαιοκρατικής κρίσης μετά την πετρελαϊκή κρίση του 1971, επανέφεραν ως αναγκαιότητα τη συλλογική δράση. Η πτώση των δικτατοριών σε Ελλάδα και Πορτογαλία, οι μεγάλες μάζες νεολαίας που σπρώχθηκαν στο περιθώριο στις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις, το στεγαστικό πρόβλημα, το μεταναστευτικό, η υπερεκμετάλλευση του τρίτου κόσμου και ο καταστροφικός ιμπεριαλισμός της «παγκοσμιοποίησης», επανέφεραν το αίτημα μιας νέας κοινωνικής αυτό-οργάνωσης. Οι καταλήψεις σπιτιών και πανεπιστημίων στη δεκαετία του 1970-80, η ανάδυση «κοινοτήτων αλληλεγγύης» στα πλαίσια των κοινωνικών αγώνων των ανθρακωρύχων στη Βρετανία, τα ειρηνιστικά κινήματα και οικολογικά αιτήματα σηματοδότησαν την ανανέωση της σχέσης των κοινωνικών κινημάτων με τη λαϊκή βάση.
Έτσι, νέες κινηματικές προτεραιότητες τέθηκαν, απαιτήσεις για άμεση ακτιβιστική δράση στοιχειοθετήθηκαν, συμμετοχικές δράσεις στηριγμένες στην κοινοτική οργάνωση προέκυψαν, ζητήματα αριστερής πολιτικής ταυτότητας ανέκυψαν, ανάγκες αυτο-οργάνωσης και συλλογικής συνύπαρξης στον Τρίτο Κόσμο γεννήθηκαν. Η πολυπολιτισμικότητα, η κοινοκτημονική οργάνωση, οι χαλαρές ομοσπονδίες, το κλίμα των λαϊκών συνελεύσεων, τα δίκτυα πολιτικής διαμαρτυρίας προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν μια πολυπλόκαμη επίθεση στη μεταφορντική κοινωνία των τελευταίων δεκαετιών του 20 αιώνα με άξονα τη ληστρική απόσπαση της υπεραξίας, τον έλεγχο της πληροφορίας, της γνώσης, της ποιότητας της ζωής των ανθρώπων, του τρόπου διασκέδασης, των χώρων ζωής και των τρόπων πολιτιστικής έκφρασης. Όταν, μάλιστα, αυτά συνδυάστηκαν με την κάθετη πτώση του βιοτικού επιπέδου, τα υψηλά ποσοστά νεανικής ανεργίας, τη αχαλίνωτη κερδοσκοπία της κρίσης την πρώτη δεκαετία του 21 αιώνα, τη συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας αλλά και τους εθνικισμούς που πολλαπλασίασε ο ιμπεριαλισμός, η ριζοσπαστικοποίηση και η διεκδίκηση νέων πολιτικών ταυτοτήτων κινηματικής μορφής και κοινωνικής λειτουργίας κατέστη απαραίτητη.
Αυτή ακριβώς η εκδήλωση της απαίτησης για πολιτιστική και κοινωνική χειραφέτηση με άξονα τη δημιουργικότητα για την αναζήτηση νέων μορφών κοινωνικής οργάνωσης σε επίπεδο καθημερινότητας, γειτονιάς, χωριού και τοπικής ενότητας, απελευθέρωσε σύνθετες εναλλακτικές μορφές κοινωνικής διεκδίκησης. Και μάλιστα σε πεδία απρόσιτα για τα παραδοσιακά κοινωνικά κινήματα. Η «αντικουλτούρα» των δεκαετιών 1970-80 εξελίχθηκε στις τεράστιες συναθροίσεις του «ροκ εναντίον του ρατσισμού», των «ελεύθερων φεστιβάλ» στη δυτική Ευρώπη, τα αυτοσχέδια rave πάρτυ του δρόμου και σε εγκαταλελειμμένες αποθήκες, τις εκστρατείες κατά της κατασκευής αυτοκινητόδρομων και της καταστροφής πάρκων και δημόσιων χώρων, τις κινητοποιήσεις κατά των δημοτικών φόρων, τις κολεκτίβες που οργάνωναν ραδιοφωνικούς σταθμούς, εναλλακτικές εκδώσεις βιβλίων και εφημερίδων.
Πολύ περισσότερο, όλα αυτά βρήκαν της εφαρμογή τους στην αντίσταση των λαών με το όπλο στο χέρι στις γειτονιές του κόσμου, αρχής γενομένης από την επανάσταση στη Νικαράγουα, όταν το 1979 οι Σαντινίστας ανέλαβαν την εξουσία και προχώρησαν σε εκτεταμένες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Αντίστοιχης μορφής ήταν και η εξέγερση των Ζαπατίστας, τον Ιανουάριο του 1994, όταν πολυεθνικές εταιρίες εποφθαλμιούν τους στρατηγικούς φυσικούς πόρους του δάσους Λάκαντον της πολιτείας Τσιάπας, στο Μεξικό, ενώ η κυβέρνηση προσπαθούσε να εκδιώξει τους κατοίκους από την περιοχή για να δημιουργήσει φυτείες φοινικέλαιου. Και δεν είναι μόνο ότι φτωχά οπλισμένοι αντάρτες προέβαλαν έναν αγώνα με στόχο την αναδιανομή της γης, την αξιοπρέπεια, την ισότητα αλλά και τη μόρφωση των ιθαγενών, αλλά υλοποίησαν και την απαίτηση για αυτονομία, μια πολιτική οργάνωση με σεβασμό στην καταγωγή, τις συνήθειες και τα έθιμά των αυτοχθόνων, δημιουργώντας μια λαϊκή εξουσία στις αποκαλούμενες Βάσεις Στήριξης και με τα Συμβούλια Καλής Διακυβέρνησης να έχουν μετεξελιχθεί σε ένα οργανωμένο σύστημα αυτοδιοίκησης και συντονισμού των 38 ορεινών δήμων της Τσιάπας. Το ίδιο γίνεται και με την εξέγερση από τον Ιούνη ως τον Δεκέμβρη του 2006 στη μεξικανική πολιτεία της Οαχάκα παρά την καταστολή που ακολούθησε.
Αλλά και το Κομπάνι της Συρίας είναι μια άλλη επιβεβαίωση ότι το αίτημα για μια διαφορετική κοινωνική οργάνωση είναι δυνατό. Εκεί η αδερφή οργάνωση του PKK, η YPG, οργάνωσε ένα σχεδόν αυτόνομο κουρδικό κράτος με δικό του κοινοβούλιο και στρατό, τους αντάρτες Πεσμεργκά, με οργάνωση σε καντόνια, με Σύνταγμα, με τοπικές λαϊκές συνελεύσεις και κοινοβούλια, με ευρεία άμεση κοινωνική εκπροσώπηση. Ανακλητά συμβούλια με υποχρεωτική συμμετοχή των εκπροσώπων όλων των εθνικών και θρησκευτικών ομάδων πέτυχαν να σχηματίσουν αγροτικούς συνεταιρισμούς, απαλλοτρίωσαν εκτάσεις, έδωσαν θέση στη γυναίκα μέσα στην κοινωνία, ακόμα και μέσα στον στρατό.
Υπό την έννοια αυτή νομίζουμε ότι μια συζήτηση πάνω στις νέες απαιτήσεις πολιτικής πράξης και διαθεσιμότητας έχει ιδιαίτερη επικαιρότητα. Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας όπου είχε να επιδείξει με τις λαϊκές εξουσίες της Κατοχής μια απίστευτη κοινωνική δημιουργικότητα και ευρηματική κοινωνική αυτο-οργάνωση, που ξεκίνησε από τα λαϊκά συσσίτια και την οργάνωση εκλογών στην κατεχόμενη Ελλάδα και έφτασε στη συγκρότηση δομών αυτοδιοίκησης, λαϊκής δικαιοσύνης, παιδείας, συλλογικής εργασίας και κοινωνικής διανομής. Ο ένοπλος οργανωμένος λαός με τη μορφή του ΕΛΑΣ αναπαρήγαγε τις καλύτερες στιγμές του εργαζόμενου ένοπλου λαού της παρισινής κομμούνας.
Αυτές οι εαμικές εξουσίας ήταν μια συνολική πρόταση οργάνωσης μιας κοινωνίας με χαρακτηριστικά τις νέες μορφές οργάνωσης που δημιουργήθηκαν, όπου η εξουσία θεωρήθηκε μια «τεχνική ρύθμιση» στην οποία όλοι μπορούσαν να συμμετάσχουν, αντικαθιστώντας το αστικό δίκαιο με ένα άλλο που ενσωμάτωνε τα άτομα στα πλαίσια της πραγματικής κοινωνικής τους ύπαρξης, καταπολέμησε τις σχέσεις ανταγωνισμού και ανισότητας και παρήγαγε τον «μαρασμό του δικαίου» σε μια συνεργατική ρύθμιση κοινωνικής αλληλεγγύης. Δεν θα είχε προσλάβει ποτέ η Αντίσταση τη μαζικότητα, την απήχηση και τη δυναμική που απέκτησε αν δεν συνιστούσε μια συνολική κοινωνική παρέμβαση που ανταποκρίθηκε σε μακραίωνες συλλογικές απαιτήσεις και δεν προδιέγραφε μέσα από την πολιτική της δράση την εικόνα μιας διαφορετικής κοινωνικής προοπτικής. Αυτή την κατεύθυνση υπηρέτησαν τόσο οι νικηφόροι ένοπλοι αγώνες κατά του φασισμού όσο, όμως, και η υλοποίηση μιας διαφορετικής κοινωνικής οργάνωσης, όπως μορφοποιήθηκε μέσα από τα δίκτυα αλληλεγγύης που συγκροτήθηκαν, τη διευθέτηση των κοινωνικών αναγκών που επιχειρήθηκε, τις πρωτότυπες μορφές αυτο-οργάνωσης, τις λαϊκές εξουσίες που οργανώθηκαν.
Η διημερίδα που διοργανώνουμε στη Λιβαδειά αυτό τον μίτο αναζητά. Το αίτημα, δηλαδή, για κοινωνική χειραφέτηση, που, παρά την ωμότητα που επιδεικνύει ο καπιταλισμός για να υπερβεί τη διεθνή κρίση υπερσυσσώρευσης που τον μαστίζει, συνιστά άμεση και επιτακτική απαίτηση, συνδεδεμένη άρρηκτα με τον αγώνα των δυνάμεων της εργασίας να μην αφήσουν η κρίση να αντιμετωπιστεί εις βάρος τους.
Η συμβολή μας στη συζήτηση μέσω της διημερίδας φιλοδοξούμε να επιτευχθεί στη βάση δύο κύκλων συνεδριάσεων:
Ο πρώτος κύκλος θα αφορά στην ελληνική περίπτωση με άξονα τις λαϊκές εξουσίες του Βουνού, όπου θα αναλυθεί το γενικό τους περιεχόμενο, πλευρές της λειτουργίας τους και η διάστασή τους στην περίπτωση του Νομού Βοιωτίας.
Ο δεύτερος κύκλος θα αφορά σε συνεδριάσεις για την Παρισινή Κομμούνα, τις εμπειρίες αυτο-οργάνωσης κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφυλίου, την περίπτωση των λαϊκών μετασχηματισμών στη Νικαράγουα της δεκαετίας του 1980, τη σύγχρονη εμπειρία κοινωνικής συγκρότησης στο Τσιάπας, την περίπτωση της λαϊκής συστράτευσης στο Κομπάνι της βόρειας Συρίας.
Την όλη διαδικασία θα ανοίξει η ταινία «Και οι Δήμιοι Πεθαίνουν» των Φρ. Λανγκ και Μπρ. Μπρέχτ μια περίπτωση πρωτοφανούς κοινωνικής αλληλεγγύης, αλλά και θα κλείσει ένα θεατρικό που αναφέρεται σε τέτοιες κοινωνικές εμπειρίες.
Η Ομάδα Μελέτης