Τετάρτη 8 Ιουλίου 2015

"Η Κανέλα από τη Σμύρνη" στα βιβλιοπωλεία



 H ομιλία του Νάσου Μπράτσου στο πανελ της βιβλιοπαρουσίασης του βιβλίου του Θωμά Σίδερη "Κανέλα από τη Σμύρνη":

 Όταν πήρα στα χέρια μου το βιβλίο είχα μέσα μου δύο βεβαιότητες.
Η μια ότι θα ήταν καλογραμμένο και συναρπαστικό, άλλωστε έχω διαβάσει και τα προηγούμενα βιβλία του Θωμά.


Η δεύτερη βεβαιότητα ήταν ότι θα με καθήλωνε και θα το διάβαζα σχεδόν μονορούφι, αφού η θεματική του είναι – και δεν το ήξερε μέχρι τώρα ο Θωμάς – από τις πιο αγαπημένες μου, είτε μιλάμε για αμιγώς ιστορικά αναγνώσματα, είτε για μυθιστορήματα που αναφέρονται στην περίοδο πριν τη Μικρασιατική καταστροφή, κατά τη διάρκειά της, αλλά και την περίοδο του Μεσοπολέμου που ακολουθεί.

Πάντα σκεφτόμουνα ποιοι είναι οι λόγοι που με κάνουν να προσεγγίσω με ξεχωριστό ενδιαφέρον τη συγκεκριμένη περίοδο και έχω καταλήξει ότι είναι αυστηρά υποκειμενικοί – οικογενειακοί.

Είτε γιατί κοιτώντας έγγραφα του οικογενειακού μου αρχείου, βλέπω συναλλαγματικές σε γρόσια και έντυπα παραγγελιών από τα μικρασιατικά παράλια, προς τον έμπορο –ναυτικό παππού μου, που με το καΐκι του από την τουρκοκρατούμενη έως το 1912 Ικαρία, αλλά και μετά από εκείνη τη χρονιά του ΄12, είχε εμπορικές δοσοληψίες με τους κατοίκους των μικρασιατικών παραλίων.

Είτε κοιτώντας τις βεβαιώσεις βάφτισης μελών της οικογενείας μου που έφεραν την υπογραφή του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, αφού ήταν Έλληνες μεν, αλλά Οθωμανοί υπήκοοι.

Είτε γιατί τη διαδρομή της Κανέλας από τη Σμύρνη την έκαναν νύχτα με πολλές ώρες κωπηλασίας,  με ανάποδη κατεύθυνση, από τα ελληνικά νησιά προς την Τουρκία, την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, αρκετοί νησιώτες για να γλιτώσουν τα στρατεύματα κατοχής να βρεθούν πρόσφυγες στη Μέση Ανατολή και οι άνδρες να πολεμήσουν, όσοι δεν κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης από τους Εγγλέζους ως αριστεροί και αντιφασίστες φαντάροι.

Στα χώματα που σύμφωνα με το μυθιστόρημα, η Κανέλλα και οι άλλοι κυνηγημένοι έθαβαν με συνοπτικές διαδικασίες τους νεκρούς που άφηναν πίσω τους οι Τσέτες, εκεί θάφτηκε επίσης με συνοπτικές διαδικασίες και ο έμπορος παππούς μου, πρόσφυγας πολέμου μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια που συνέχισε μέχρι το Λίβανο.

Είτε γιατί ζώντας στη Νέα Ιωνία, είναι πολλοί σε αριθμό και αρκετά δραστήριοι οι σύλλογοι μικρασιατικής προέλευσης, που με τις συχνές τους εκδηλώσεις μας κάνουν κοινωνούς της παράδοσης που μεταφέρουν.

Είτε γιατί μένοντας στην ίδια περιοχή κοντά στα λεγόμενα πέτρινα, τα σπίτια που μοίρασε η βασίλισσα Φρειδερίκη στις άπορες κορασίδες – προσφυγοπούλες για να τις προικίσει, ζωντανεύουν την περιγραφή του βιβλίου, όπου κάποιοι βασιλικοί παρατρεχάμενοι, τρέχουν ως συνοδεία του βασιλιά για πάσης φύσεων φιέστες.

Αν και ο πόλεμος και η προσφυγιά είναι το αρχικό φόντο από το οποίο ξεκινάει η περιπλάνηση της Κανέλας στη Γαλλία και μετά στην Ελλάδα και μετά το φόντο αυτό υποχωρεί,  αυτό δεν μειώνει καθόλου τον βαθιά αντιπολεμικό χαρακτήρα του μυθιστορήματος, που δίνοντας έμφαση στα ανθρώπινα συναισθήματα όπως αυτά εκδηλώνονται κάτω από ακραίες και τραγικές συνθήκες, αποτελούν το αντίβαρο στη μιλιταριστική τρέλα της Μικρασιατικής καταστροφής που δεν πρέπει να τη δούμε «αυτόνομα».

Είχε προηγηθεί μια δεκαετής πολεμική περιπέτεια της χώρας, είτε με τους Βαλκανικούς πολέμους και τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, αλλά και την εκστρατεία στην Κριμαία για να καταπνίξει την επανάσταση στη Ρωσία.

Αυτό άλλωστε αποτυπώνεται και στα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου, όπου ο Έλληνας καφετζής στη Σμύρνη, μιλώντας με τον φαντάρο Αναστάση – από τα βασικά πρόσωπα στο μυθιστόρημα-  του λέει ότι «μια χαρά ζούσαμε εδώ πριν έρθει ο στρατός, όλοι μαζί Έλληνες, Τούρκοι και Αρμένιοι. Ο πόλεμος σήμερα γίνεται πια για το πετρέλαιο».

Και μερικά κεφάλαια πιο κάτω ο φωτογράφος – φαντάρος που εκμυστηρεύεται πάλι στον Αναστάση, ότι τραβάει στημένες φωτογραφίες ακόμα και όταν ο στρατός ηττάται για λόγους προπαγάνδας, συχνά κοροϊδεύοντας τους στρατιώτες να ποζάρουν χαμογελαστοί και ακμαίοι δήθεν για να στείλει τη φωτογραφία στη μάνα τους να τους καμαρώσει, αλλιώς αν φωτογράφιζε και δημοσίευε την αλήθεια, θα τον απέλυαν.

Πολλά χρόνια αργότερα η φωτογραφία του πασαλειμμένου με πετρέλαιο Κορμοράνου, δήθεν από τα πετρέλαια που είχε ρίξει στον περσικό κόλπο ο Σαντάμ Χουσεΐν, που αποδείχτηκε ότι ήταν φωτογραφία από άλλη περιοχή και διανεμήθηκε στα ΜΜΕ για λόγους προπαγάνδας, ήρθε να «δικαιώσει» τον καφετζή του μυθιστορήματος.

Όπως επίσης τον είχε δικαιώσει η πραγματικότητα εκείνης της εποχής, όταν όλες οι φυλές του Ισραήλ, συνεργάζονταν αρμονικά στην πολυεθνική Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης.

Η Λέλα ακολουθεί το δρόμο της προσφυγιάς, της εκμετάλλευσής της, της συγκάλυψης αστυνομικών αυθαιρεσιών που την χρησιμοποιούν ως εξιλαστήριο θύμα για να κρύψουν τις παράνομες δραστηριότητες της αστυνομίας με εμπόρους ναρκωτικών και πάσης φύσεως κατακάθια του υπόκοσμου, ιστορία δυστυχώς καθόλου πρωτότυπη που δεν χρειάζεται να αναφερθεί σε μυθιστόρημα, αλλά αποτελεί σχεδόν διαχρονική κατάσταση.

Όπως και οι καταστάσεις που περιγράφονται είτε στον Πειραιά, είτε στα γαλλικά λιμάνια, όπου οι φτωχοδιάβολοι της εποχής και οι ελπίδες τους, όταν έχουν και όταν τις εκφράζουν για να ζήσουν στοιχειωδώς ανθρώπινα,  γίνονται γράσο για να δουλεύουν τα γρανάζια τοκογλύφων, αγαπητικών, απατεωνίσκων, διεφθαρμένων αστυνομικών και γενικά όλων όσων λειτουργούν τροφοδοτώντας λούμπεν σκηνικά που περιγράφονται σε ορισμένα κεφάλαια του βιβλίου.
 Στο μυθιστόρημα παρελαύνουν και πρόσωπα της λεγόμενης «υψηλής κοινωνίας», που πάντα βρίσκουν τον τρόπο τους να επωφελούνται  από τις καταστάσεις.

Στον αντίποδα αυτό που επιφυλάσσουν οι ισχυροί του πλούτου  για τους πρόσφυγες άνδρες και γυναίκες, είναι η αξιοποίησή τους σαν φτηνή εργατική δύναμη, ειδικά στην κλωστοϋφαντουργία της εποχής, η πορνεία για τις γυναίκες και η αναγκαία διχαστική προπαγάνδα για τουρκόσπορους και παστρικιές, για να διευκολύνει την γκετοποίησή τους και το διαίρει και βασίλευε με το ντόπιο εργατικό δυναμικό.

Η Κανέλα πεθαίνει χωρίς να μάθει για το γιό της που απέκτησε με έναν από τους φαντάρους που γνώρισε στο πορνείο της Σμύρνης, αλλά ο γιός της χρόνια μετά, από σειρά συμπτώσεων πιάνει στα χέρια του τον ιατρικό φάκελο της μητέρας του.
Δεν είναι απλά η τραγική αλλά και ταυτόχρονα η ανθρώπινη στιγμή του μυθιστορήματος, αλλά χαρακτηριστικό γνώρισμα που σημάδεψε στην πραγματικότητα και όχι μόνο στα μυθιστορήματα γενιές προσφύγων.

Άλλωστε η δια ζώσης συζήτηση που είχε με αρκετούς από αυτούς ο Θωμάς, αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για το βιβλίο αυτό.
Εύχομαι στο βιβλίο να είναι καλοτάξιδο και είμαι βέβαιος, ότι αυτό είναι εξασφαλισμένο.




 Δελτίο Τύπου του εκδοτικού οίκου

Η διαδρομή μιας γυναίκας στις πιο σκοτεινές δεκαετίες του περασμένου αιώνα: από τις αρχές του Μεσοπολέμου μέχρι τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια.
Τι χωρίζει την τραγωδία από την απόλυτη ευτυχία; Η ευτυχία μπορεί να βρίσκεται δίπλα μας, να ζει και να αναπνέει στο πλευρό μας, αλλά να το αγνοούμε.

Tη Λέλα την πρωτοσυναντούμε σε ένα πορνείο στο Χαλκά Μπουνάρ. Καθώς οι φλόγες περικυκλώνουν τη Σμύρνη και η ανείπωτη τραγωδία ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια της, ένας αξιωματικός του Γαλλικού Ναυτικού θα τη φυγαδεύσει στη Μασσαλία. Και το ταξίδι της αρχίζει… Από το πιο πολύβουο λιμάνι της Ευρώπης και τη συνοικία Λε Πανιέ, τη γειτονιά των φτωχοδιάβολων, στο κοσμοπολίτικο Παρίσι και στα άδυτα μιας Όπερας αλλά και μιας..
ανυπεράσπιστης ψυχής. Καθώς το φορείο με το άψυχο σώμα του τοκογλύφου Χαλφί Λεβόν περνά από μπροστά της, η Λέλα δε γνωρίζει εκείνη τη στιγμή πως τον χειρότερο εφιάλτη της δεν το έζησε ακόμα.

Λίγο πριν τελειώσει η δεκαετία του 1920, η Λέλα θα βρεθεί στην προσφυγική παραγκούπολη της Δραπετσώνας, έγκλειστη πίσω από τον ψηλό μαντρότοιχο των Βούρλων, του διαβόητου οίκου ανοχής του Μεσοπολέμου. Την ώρα που η φθίση και η σύφιλη κυκλώνουν τον προπολεμικό Πειραιά, η Λέλα θα οδηγηθεί με εισαγγελική παραγγελία στο Δρομοκαΐτειο φρενοκομείο.
Σχεδόν δυο δεκαετίες αργότερα, θα δοθούν όλες οι απαντήσεις και θα ξετυλιχθεί από την αρχή το κουβάρι της ζωής της.

Η Λέλα είναι μια γυναίκα που σε όλη τη ζωή της προσπάθησε να γκρεμίσει τους τοίχους των κελιών της και διεκδίκησε με πάθος τον έρωτα, τη δικαιοσύνη και την ελευθερία. Μια γυναίκα που αγαπήθηκε και αγάπησε πολύ. Μια γυναίκα που προσπάθησε να σπάσει τη σιωπή και να αντικρίσει τη δική της αλήθεια.

Ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα όπου η μια ανατροπή διαδέχεται την άλλη. Όπως ακριβώς είναι και η ζωή. Το βιβλίο “Κανέλα από τη Σμύρνη” του Θωμά Σιδέρη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ν. & Σ. Μπατσιούλας σε όλα τα βιβλιοπωλεία.

Στο POLIS ART CAFE
Το ταξίδι της «Κανέλας από τη Σμύρνη» ξεκίνησε την Τρίτη 7 Ιουλίου 2015, στις 8.30 το απόβραδο, στο POLIS ART CAFE, Πεσμαζόγλου 5 και Σταδίου, Στοά του Βιβλίου.
Για το βιβλίο του Θωμά Σιδέρη μίλησαν οι: Άννα Χατζησοφιά, Θέμης Μπερεδήμας, Σταύρος Ανεστίδης, Νάσος Μπράτσος και Γιάννης Λευκιμιάτης. Αποσπάσματα διάβασαν η εκφωνήτρια της ΕΡΤ Νικολέτα Λιακοστάυρου, καθώς και οι μουσικοί παραγωγοί της Ελληνικής Ραδιοφωνίας Φεβρωνία Ρεβύνθη και Αρχοντούλα Πέτρου. Τη σκηνοθετική επιμέλεια της εκδήλωσης είχε ο Αντώνης Παπαδόπουλος.