Κυριακή, 18 Μαρτίου 2012
ΓΙΑ ΤΗ ΝΙΚΗΦΟΡΑ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΤΟΥ ΠΡΩΗΝ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΟΥ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ
Η κρίση και το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας
Η πολιτική της κυβέρνησης, της ΕΕ και του ΔΝΤ, η πολιτική των μνημονίων και της τρόικας απειλεί να οδηγήσει τους εργαζόμενους στην πλήρη εξαθλίωση. Το κεφάλαιο, τόσο στην Ελλάδα, όσο και παγκόσμια, έχει επιλέξει ως απάντηση στη βαθιά κρίση του καπιταλισμού να «ξεκαθαρίσει» με τις κατακτήσεις ενός αιώνα των λαών, ενώ σε επίπεδο ΕΕ οι ψευδαισθήσεις για τον πραγματικό ρόλο της γκρεμίζονται, καθώς η υπεράσπιση της ΟΝΕ, του ευρώ και της ρευστότητας των τραπεζών οδηγεί ευρύτατα λαϊκά στρώματα στην οικονομική καταστροφή και την εξαθλίωση, με τις απολύσεις και τη μείωση των μισθών, τη φορομπηξία, την ακύρωση κάθε είδους εργασιακού και ασφαλιστικού δικαιώματος, τον εντεινόμενο αυταρχισμό και την εκρηκτική αύξηση της ανεργίας που ξεπερνά κατά πολύ το 20%.
Ήδη, από το 2010 με την ψήφιση του 1ου Μνημόνιου, μεθοδεύεται το ξεπούλημα τόσο των κρατικών επιχειρήσεων, όσο και της ακίνητης περιουσίας του κράτους που έφερε ως αποτέλεσμα τη θεσμοθέτηση της διαδικασίας του fast track – το «μνημόνιο του φυσικού περιβάλλοντος» - μέσω του οποίου το κάθε επιχειρηματικό σχέδιο αναγορεύεται σε «εθνικό στόχο» και με ala carte προεδρικά διατάγματα γίνεται πλέον εφικτή η παραβίαση κάθε έννοιας περιβαλλοντικής προστασίας, κανονιστικών ρυθμίσεων σε επίπεδο πολεοδομικού σχεδιασμού, παραχωρούνται αιγιαλός και παραλία και κατοχυρώνεται η δυνατότητα απαλλοτριώσεων με μόνο στόχο την εξασφάλιση της κερδοφορίας των κεφαλαίων που επενδύονται.
Με το fast track κλιμακώθηκαν επικίνδυνα οι σκληρές αντιλαϊκές πολιτικές των τελευταίων δύο δεκαετιών που οδήγησαν στην ερήμωση της υπαίθρου με την καταστροφή της αγροτικής γης και την άνευ όρων παράδοση σε τουριστικές επενδύσεις (Π.Ο.Τ.Α., γήπεδα golf, κ.α.), στην καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος, είτε με τη σταδιακή τσιμεντοποίηση, είτε με τις πυρκαγιές, στην επιδείνωση των όρων ζωής των λαϊκών στρωμάτων στα αστικά κέντρα, στην ανταποδοτικότητα και την επιχειρηματικοποίηση κοινωνικών παροχών στην εκπαίδευση, στην υγεία, στη διαχείριση των απορριμμάτων κ.α. που επιβάλλει παράλληλα και το «Πρόγραμμα Καλλικράτης».
Η κατεύθυνση του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας εντάθηκε με την ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος ανοίγοντας το δρόμο για το ξεπούλημα των ΔΕΚΟ, των αεροδρομίων, των λιμανιών, των δρόμων, των σιδηροδρόμων, των ορυχείων και συνολικότερα κάθε δραστηριότητας και πλουτοπαραγωγικής πηγής κρίσιμης για την επιβίωση του ελληνικού λαού. Την ίδια στιγμή ξεπουλιέται και ο φυσικός πλούτος της χώρας και τα φυσικά διαθέσιμα, δάση και παραλίες, δημόσιες εκτάσεις εντός και εκτός του οικιστικού ιστού, αλλά και ακίνητη και κινητή περιουσία κάθε είδους.
Στο πλαίσιο αυτό, το πρώην αεροδρόμιο του Ελληνικού και άλλοι πολύτιμοι χώροι για τους κατοίκους της Αθήνας μπαίνουν στο στόχαστρο, όπως το παραλιακό μέτωπο του Σαρωνικού, τα «μπαρουτάδικα» στο Αιγάλεω, οι «αναξιοποίητες ολυμπιακές εγκαταστάσεις», ο χώρος της ΠΥΡΚΑΛ σε Δάφνη-Υμηττό καθώς και δεκάδες περιοχές ανά την Ελλάδα που κινδυνεύουν να αποδοθούν σε κάθε είδους τουριστική και κατασκευαστική «αξιοποίηση».
Αυτή η επίθεση ολοκληρώνεται με την πρόσφατη υπερψήφιση της Νέας Δανειακής Σύμβασης και την επιβολή ενός εργασιακού και κοινωνικού μεσαίωνα, αλλά και τον πλήρη έλεγχο των δημοσιονομικών της χώρας με τη σύσταση του «ειδικού λογαριασμού» διαχείρισης του ελληνικού χρέους. Το ξεπούλημα της χώρας πλέον δρομολογείται με όρους χειρότερους και από αυτούς των δανειακών συμβάσεων των αρχών του προηγούμενου αιώνα και του «μονοπωλείου των σπίρτων», με όρους που ξεπερνούν τα αποτελέσματα πολεμικών καταστροφών και που ως προς τα οικονομικά τους αποτελέσματα ενδεχομένως σύντομα να συγκρίνονται με αυτά της ναζιστικής κατοχής.
Το αεροδρόμιο στο στόχαστρο
Ειδικά ο ευρύτερος χώρος του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού (παραλία Αγ. Κοσμά, στρατιωτικές εγκαταστάσεις, γκολφ κ.α.), λόγω του μεγέθους αλλά και της θέσης του στο αστικό συγκρότημα της Αθήνας, χρόνια τώρα διαδραματίζει κομβικό ρόλο σε διάφορα αναπτυξιακά σχέδια που κατά περιόδους έχουν εκπονηθεί, με βασικό πάντα παρονομαστή την επιχειρηματική αξιοποίηση του χώρου και την οικιστική του ανάπτυξη. Η διεξαγωγή των ολυμπιακών αγώνων ειδικότερα τον μετέτρεψε στην κορωνίδα της εκσυγχρονιστκής προπαγάνδας, των ιδεολογημάτων δηλαδή της «ισχυρής Ελλάδας σε ισχυρή Ευρώπη» της περιόδου διοργάνωσής τους μέχρι και της «πράσινης ανάπτυξης» του ΓΑΠ, των μεγάλων έργων και του τερατουργήματος της ολυμπιάδας, που πέταξε πάνω από 30 δισ. € στη μαύρη τρύπα των άχρηστων ολυμπιακών έργων και της ρεμούλας των κατασκευαστικών εταιρειών. Και όλα αυτά κόντρα πάντα στις λαϊκές ανάγκες και διεκδικήσεις για τη μετατροπή του σε ελεύθερο χώρο πρασίνου.
Και κατά το παρελθόν τα διάφορα σχέδια «αξιοποίησης» του χώρου του πρώην αεροδρομίου σχετίζονταν άμεσα με γενικότερους αναπτυξιακούς σχεδιασμούς και τον ευρύτερο οικονομικό ρόλο που το πολεοδομικό συγκρότημα της Αθήνας καλούταν να διαδραματίσει από την περίοδο των ολυμπιακών αγώνων ως μητροπολιτικός πόλος ανάπτυξης και σε άμεση σχέση πάντα με την ευρωπαϊκή χωροταξική πολιτική και την περιφερειακή ολοκλήρωση της Ε.Ε.
Στο πλαίσιο αυτό, τόσο το πρώην αεροδρόμιο, όσο και άλλες ολυμπιακές εγκαταστάσεις αλλά και έργα υποδομής – όπως οι νέοι αυτοκινητόδρομοι στον Υμηττό – σχεδιάζονταν ώστε να αποτελέσουν ένα «ολοκληρωμένο πλέγμα πόλων και αξόνων ανάπτυξης», με σκοπό να στηριχθεί η κερδοφορία συγκεκριμένων μερίδων του ελληνικού κεφαλαίου (κατασκευές, τουρισμός, εμπόριο). Και κάθε φορά με το επιχείρημα της δημιουργίας θέσεων εργασίας, για να χρυσωθεί το χάπι των καταστροφικών συνεπειών που μακροπρόθεσμα έχει η «ανάπτυξή» τους και που το βιώνουμε σήμερα.
Ενώ χρόνια λοιπόν μεθοδεύεται η «αξιοποίηση» του πρώην αεροδρομίου και η παράδοσή του σε επιχειρηματικά συμφέροντα, χρόνια τώρα απεγνωσμένες ήταν και είναι οι απόπειρες από τους εκάστοτε κυβερνώντες και τους διάφορους απολογητές τους – ΜΜΕ, θεσμικούς – επιστημονικούς φορείς αλλά και καλοπληρωμένους ακαδημαϊκούς «ερευνητές» - να αποκρύψουν την αλήθεια από το λαό της Αθήνας μέσω επιστημονικών μελετών, είτε αποσιωπώντας σκόπιμα τους πραγματικούς σχεδιασμούς, είτε προβάλοντας επίπλαστα διλήμματα για το καλό του λαού της Αθήνας, όπως σχέδια «αστικής ανάπλασης» και μία σειρά πολεοδομικών και χωροταξικών σχεδίων και μελετών, που πίσω από την επίφαση της επιστημονικής αντικειμενικότητας και της ουδετερότητας στην πραγματικότητα πάντα αυτές ικανοποιούσαν τους κατά περιόδους επιχειρηματικούς σχεδιασμούς και τις ανάγκες του κεφαλαίου.
Η τελική φάση της επίθεσης
Το σχέδιο νόμου που κατέθεσε το ΥΠΕΚΑ στις 14/2 αποδεικνύει ότι οι κατά καιρούς εξαγγελίες και τα σχέδια για «μητροπολιτικά πάρκα» δεν αποτελούσαν παρά μία ακόμη φούσκα. Αποδεικνύει ότι το πρώην αεροδρόμιο του ελληνικού βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των απαιτούμενων θυσιών, από την πολιτική της κυβέρνησης, των μνημονίων, της ΕΕ και του ΔΝΤ. Θυσιάζεται όχι απλά για την εξυπηρέτηση του χέους και των «κερατιάτικων» της ανάπτυξης, αλλά η εκποίησή του αποτελεί μία διαδικασία στρατηγικού χαρακτήρα για το κεφάλαιο και την αστική τάξη της χώρας.
Θυσιάζεται για να εξυπηρετηθεί ο «στόχος» της παραμονής στην ευρωζώνη και συνακόλουθα στην ΕΕ, αλλά και για να διαμορφωθούν μεσοπρόθεσμα καλύτεροι όροι διατήρησης αλλά και επέκτασης της κερδοφορίας του κεφαλαίου στους ελεύθερους χώρους, στη γη και γενικά στις πλουτοπαραγωγικές πηγές. Αποτελεί, επίσης, και ένα πολιτικό «πείραμα» που θα οδηγήσει άμεσα στο ξεπούλημα κάθε μικρού και μεγάλου ελεύθερου χώρου, δημόσιας γης, νησίδων, ορυκτού πλούτου, εγκαταστάσεων κ.α., αλλά και των ΔΕΚΟ που μαζί με τα σχολεία, την υγεία, την κοινωνική ασφάλιση, τα εργατικά και δημοκρατικά δικαιώματα θα θυσιαστούν, όπως οι εργαζόμενοι και η κοινωνική πλειοψηφία, για τις ανάγκες της αστικής τάξης.
Σήμερα λοιπόν, φαίνεται ότι βρισκόμαστε στη «τελική ευθεία» της εκποίησης του πρώην αεροδρομίου και συνακόλουθα της κρατικής περιουσίας. Σε συνέχεια της συστάσεως λίγους μήνες πριν της «Ελληνικό Α.Ε.» με σκοπό «τη διοίκηση, τη διαχείριση και την αξιοποίηση της έκτασης και των εγκαταστάσεων του πρώην Αεροδρομίου Ελληνικού» και κατόπιν του «Ταμείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.» με «αποκλειστικό σκοπό την αξιοποίηση περιουσιακών στοιχείων της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, καθώς και περιουσιακών στοιχείων των δημοσίων επιχειρήσεων των οποίων το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Δημόσιο ή σε Ν.Π.Δ.Δ. ...» ενώ «και το προϊόν αξιοποίησης χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την αποπληρωμή του δημοσίου χρέους της χώρας...» (Νόμος 3986, ΦΕΚ 152/Α/01.07.2011), το σχέδιο νόμου του ΥΠΕΚΑ δεν αποτελεί απλά ένα περιβαλλοντικό έγκλημα, αλλά ένα έγκλημα ενάντια στα συμφέροντα και τις διεκδικήσεις όχι μόνο του λαού της Αττικής, αλλά ολόκληρου του ελληνικού λαού.
Το σχέδιο νόμου περιγράφει μία άνευ προηγουμένου καταστροφική παρέμβαση, σε σχέση με τις μέχρι σήμερα «αναπτυξιακές» εξαγγελίες για το μέλλον του χώρου.
Τα μεγαλόπνοα σχέδια του παρελθόντος δίνουν τη θέση στην άνευ όρων επιχειρηματική ανάπτυξη και οικοδομική δραστηριότητα, ενώ ταυτόχρονα μέσα από τις διατάξεις του «κονιορτοποιείται» κάθε είδους ισχύουσα πολεοδομική νομοθεσία διαμορφώνοντας ένα ελαστικό πλαίσιο χρήσεων και όρων δόμησης, (π.χ. για τον κοινόχρηστο χαρακτήρα του αιγιαλού, τις κατεδαφίσεις κτιρίων, την εισφορά σε γη και χρήμα, κτλ). ,καθώς και ένα ευέλικτο πλέγμα διαδικασιών εφαρμογής του επενδυτικού σχεδίου (θεσμικές διαδικασίες, λειτουργία αρμόδιων φορέων, επιτάχυνση διαδικασιών έκδοσης περιβαλλοντικών όρων, έκδοση οικοδομικών αδειών κ.α.), με αποκλειστικό στόχο το ξεπέρασμα των διοικητικών και θεσμικών εμποδίων για την ευκολότερη παράδοση του χώρου - είτε συνολικά, είτε σταδιακά - σε ιδιωτικά συμφέροντα και επενδυτές, ενώ άμεσα περιέρχεται στην αρμοδιότητα της «Ελληνικό ΑΕ» η χρήση, η διοίκηση, η διαχείριση και η εκμετάλλευση της παραλίας του Αγίου Κοσμά, και του Ολυμπιακού Κέντρου Ιστιοπλοΐας, ακριβώς όπως έχει ήδη συμβεί με την έκταση του πρώην αεροδρομίου, για να αποτελέσει το «φορέα διαχείρισης» των κατατιθέμενων επενδυτικών σχεδίων.
Αναλυτικότερα, προβλέπεται η πλέον μικρότερη έκταση ενιαίου χώρου πρασίνου που μπορεί να μην ξεπερνά τα 1.700στρ. σε σύνολο περίπου 6.500στρ., η πολεοδόμηση εκτεταμένων περιοχών και η οικοδόμηση οικιστικών ενοτήτων με αμιγή και γενική κατοικία, καθώς και πολεοδομικά κέντρα. Επίσης, καθορίζονται εκτεταμένες ειδικές ζώνες, εντός των οποίων επιτρέπεται η ανάπτυξη κάθε είδους χρήσεων, περιλαμβάνοντας εκτός των άλλων τουριστικές εγκαταστάσεις, γήπεδα γκολφ, εμπορικές χρήσεις μεγάλης κλίμακας, λιμενικές εγκαταστάσεις, θεματικά πάρκα, καζίνα, κατοικίες, ιδιωτικά νοσοκομεία, ιδιωτικά πανεπιστήμια και κέντρα διασκέδασης.
Επιτρέπεται η ανέγερση πολυόροφων κτηρίων καθώς και οι εκτεταμένες παρεμβάσεις στην παραλία, η δυνατότητα προσχώσεων στο θαλάσσιο μέτωπο, ενώ συνολικά παραχωρούνται η παραλία και ο αιγιαλός δίνοντας τη δυνατότητα κατασκευής τεχνητών νησίδων και λιμενικών εγκαταστάσεων, χωρίς καμία απολύτως μέριμνα για τη φυσιογνωμία των ακτών της Αττικής, τα θαλάσσια οικοσυστήματα και το αστικό τοπίο. Την ίδια στιγμή, προσδιορίζονται εξαιρετικά υψηλοί όροι εκμετάλλευσης της γης με ΣΔ που κυμαίνονται από 0,2 έως 2,2 (!), οι οποίοι υπό όρους μπορεί να προσαυξάνονται κατά ποσοστό έως και 20%, ανά ζώνη ανάπτυξης ή περιοχή προς πολεοδόμηση καθώς και επιτρεπόμενη κάλυψη 30% με 40% (!).
Το αδιέξοδο των διαχειριστικών λογικών
Και κατά το πρόσφατο παρελθόν, αλλά ακόμα και σήμερα, τόσο για μάχες που δίνονται για την προάσπιση του φυσικού περιβάλλοντος και των συμφερόντων των κατοίκων, όσο και για συνολικότερες μάχες που αφορούν το λαϊκό και εργατικό κίνημα, υπάρχει πληθώρα παραδειγμάτων, όπου ο πολιτικός στόχος που θέτουν πολιτικές δυνάμεις του χώρου της «ευρύτερης» αριστεράς δεν είναι η συνολική ανατροπή της εκάστοτε αντιδραστικής ρύθμισης ή αντιλαϊκής πολιτικής, αλλά η προσπάθεια – κυρίως μέσω θεσμικών οδών και δευτερευόντως μέσω κινηματικών διαδικασιών – «ελάφρυνσης» των επιπτώσεων και «τροποποίησης» των ασκούμενων πολιτικών. Αυτές οι αντιλήψεις, που είτε δεν πιστεύουν στη νικηφόρα προοπτική των αγώνων, είτε αναπαράγουν πλευρές της κυρίαρχης πολιτικής σε ό,τι αφορά κυρίως την προσήλωση στην «ευρωπαϊκή προοπτική» της χώρας, οδήγησαν τις τελευταίες δεκαετίες στον «αφοπλισμό» του λαϊκού κινήματος, με αποκορύφωμα την πλήρη αποδιάρθρωση του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος, την απογύμνωση του από πολιτικούς στόχους και την απονέκρωση και γραφειοκρατικοποίηση των δομών του.
Αυτές οι «διαχειριστικές λογικές» που ως ένα βαθμό εξασφάλισαν για τα λαϊκά στρώματα μία μερική βελτίωση του επιπέδου ζωής τις δύο πρώτες τετραετίες των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ (βλ. «κοινωνικό συμβόλαιο», «κράτος δικαίου» κλπ), ήδη με την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ και ακόμα περισσότερο με την έναρξη της διεθνούς οικονομικής κρίσης, αποδεικνύεται ότι έχουν εξαιρετικά υψηλό τίμημα για τα λαϊκά συμφέροντα και αποτελούν ανάχωμα για την οικοδόμηση σήμερα των αναγκαίων κοινωνικών και πολιτικών αντιστάσεων για την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής κυβέρνησης – ΕΕ – ΔΝΤ.
Ειδικά σε σχέση με το χώρο του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού – αντίστοιχα και με το κίνημα ενάντια στους νέους αυτοκινητόδρομους στον Υμηττό – αυτές οι αντιλήψεις δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στη διατύπωση ενός «εναλλακτικού» αναπτυξιακού σχεδίου για την περιοχή, μιας πιο «φιλικής στο περιβάλλον» χωροταξικής πολιτικής, που τελικά όμως αδυνατεί αλλά και δε θέλει να αντιληφθεί ότι δεν υπάρχει «ουδέτερος σχεδιασμός», αλλά αντίθετα η χωροταξική πολιτική των τελευταίων ετών στη χώρα είναι απόρροια της ευρωπαϊκής περιφερειακής πολιτικής στο πλαίσιο της «ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης».
Αυτό εκφράζει εξάλλου και η προσπάθεια δημιουργίας «κινήματος από τα πάνω» με τη συγκρότηση ενός συνασπισμού πολιτικών φορέων, με πρωτοβουλία της δημοτικής αρχής Αργυρούπολης-Ελληνικού, της «Επιτροπής Αγώνα για το Μητροπολιτικό Πάρκο Ελληνικού» με βάση ακριβώς τα «αυταπόδεικτα» - αν μη τι άλλο - «πορίσματα» μιας πρόσφατης μελέτης του Ε.Μ.Π., ότι είναι τελικά «φτηνή και εφικτή» μία άλλη πολιτική «διαχείρισης», «ήπιας ανάπτυξης», «αυτοχρηματοδότησης», «ανταποδοτικότητας», που ταυτόχρονα θα στηρίζει τη μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα, την «τουριστική αναβάθμιση» της Αττικής κ.ο.κ.
Παρόμοια και με δυσδιάκριτα τα όρια, ο «συντονισμός των τριών όμορων δήμων», δεν παραγνωρίζει απλά το ρόλο και τη λειτουργία των Ο.Τ.Α. ως κομμάτι του κρατικού μηχανισμού, αλλά δίνει «πολιτικό οξυγόνο» στους πολιτικούς εκφραστές των μνημονίων στην περιοχή – τις δημοτικές παρατάξεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ – και ακόμα περισσότερο, ως αντιστάθισμα στις επιπτώσεις του Καλλικράτη, διεκδικεί πρακτικά μέρος της νομής του χώρου με την εγκατάσταση δημοτικών υπηρεσιών αλλά και τις σκέψεις για ΧΥΤΑ και διαδημοτικό νεκροταφείο, ανοίγοντας τελικά «κερκόπορτες» για την εγκατάσταση εντός του χώρου κάθε είδους χρήσης και δραστηριότητας οποιουδήποτε φορέα και όλα αυτά στο πλαίσιο πάντα του «οράματος» μιας «άλλης αξιοποίησης» και την «αγωνιστική» διαχείριση του εκάστοτε δήμου...
Στο ίδιο πλαίσιο κινείται και η προσπάθεια σύστασης «αστικής μή κερδοσκοπικής εταιρείας» μέσω της οποίας θα διεκδικηθεί «κομμάτι της πίτας» – σαν άλλη Μ.Κ.Ο. που θα βρει δουλειά στους ανέργους.
Αυτού του τύπου οι δομές ουδεμία σχέση έχουν, ούτε με τα λαϊκά συμφέροντα, ούτε και με πραγματικές δημοκρατικές κινηματικές δομές, αλλά αντίθετα, ανοίγοντας το δρόμο σε «πολιτικές συμμαχίες», είτε εκφράζουν ένα «θολό» αντιμνημονιακό λόγο ή έναν στείρο περιβαλλοντικό αγώνα, καταλήγουν τελικά να εγκλωβίζουν τις αγωνιστικές διαθέσεις των κατοίκων μετατρέποντας τους σε χειροκροτητές και αγωνιστικό ακροατήριο.
Τη στιγμή λοιπόν που οι ανάγκες του κεφαλαίου για το ξεπέρασμα της κρίσης σαρώνουν κάθε είδους κοινωνική κατάκτηση, που ο λαός στενάζει κάτω από το βάρος της πολιτικής των μνημονίων της ΕΕ και του ΔΝΤ, που καλείται να πληρώσει ένα χρέος που δε δημιούργησε, που του αφαιρούνται κατακτήσεις ενός αιώνα και ο βασικός μισθός μόλις που ανέρχεται στα 400€, οι παραπάνω αντιλήψεις και πρακτικές σε σχέση με το αναγκαίο περιεχόμενο του κινήματος και τις δομές του, το ρόλο των θεσμικών φορέων και των Ο.Τ.Α. και η ιδεολογική εμμονή σε μία «άλλου τύπου» ανάπτυξη, στην «πάλη» για μια «ρεαλιστική λύση» και για έναν ετεροχρονισμένο «τίμιο συμβιβασμό», ανάμεσα στις λαϊκές διεκδικήσεις και τα σχέδια του κεφαλαίου, όχι μόνο δε συμβάλλουν στη δυνατότητα νικηφόρας διεκδίκησης του χώρου, αλλά αντίθετα αφαιρούν την όποια δυνατότητα βαθέματος του αγώνα και σύνδεσής του με το συνολικό πολιτικό αγώνα που δίνει ο λαός αυτή την περίοδο για την ανατροπή της αντιλαϊκής επίθεσης.
Για τη νικηφόρα προοπτική του κινήματος
Ο χώρος όμως του αεροδρομίου δε σηματοδοτεί μόνο τις επιλογές του ελληνικού αστισμού. Σηματοδοτεί τον ιδρώτα των προσφύγων που μετέτρεψαν αυτή τη βραχώδη έκταση σε κηπούπολη, τον πόνο της καταστροφής από τους βομβαρδισμούς του 1943-’44, την αγωνία των μεταναστών του 1950-’60 που κατοίκησαν στην περιοχή για μια καλύτερη ζωή, τον αγώνα του λαού ενάντια στις αμερικάνικες βάσεις και πρόσφατα την εντεινόμενη πάλη των κατοίκων για τη μετατροπή του χώρου σε πάρκο υψηλού πρασίνου χωρίς επιχειρηματικές δραστηριότητες, για ανοιχτές παραλίες, ενάντια στους νέους αυτοκινητόδρομους και για την προστασία του Υμηττού.
Ο αγώνας για την αποτροπή της εκποίησης του πρώην αεροδρομίου είναι πιο επίκαιρος από ποτέ και δεν μπορεί παρά να διεκδικήσει το κατοχυρωμένο στη συνείδηση του λαού αίτημα για μετατροπή του πρώην αεροδρομίου σε χώρο ελεύθερο, σε πάρκο υψηλού πρασίνου, σε πάρκο του λαού και όχι του κεφαλαίου.
Γιατί είναι ο κοινός αγώνας με αυτόν των εργαζομένων για να μην ξεπουληθούν οι ΔΕΚΟ, για να υπάρχουν εργασιακά και ασφαλιστικά διακαιώματα, για να σταματήσει η κλοπή των λαϊκών εισοδημάτων με την αλλεπάλληλη φοροληστεία, για να προασπιστούν οι δημοκρατικές και κοινωνικές κατακτήσεις του λαού.
Πλέον, βρισκόμαστε στη «τελική ευθεία» και ο αγώνας για την αποτροπή της εκποίησης του πρώην αεροδρομίου και συνακόλουθα της κρατικής περιουσίας είναι πιο αναγκαίος από ποτέ.
Ο εργαζόμενος λαός, ο πραγματικός παραγωγός του πλούτου αυτής της χώρας, οφείλει να βρει το βηματισμό που θα τον οδηγήσει στην έξοδο από την κρίση και την κοινωνική καταστροφή που μας επιβάλλει η αντιλαϊκή πολιτική κυβέρνησης – ΕΕ – ΔΝΤ. Έτσι και οι τοπικές αντιστάσεις - από τον επίμονο αγώνα της Κερατέας, μέχρι το μαζικό κίνημα που μπορεί να αναπτυχθεί για το αεροδρόμιο - πρέπει να βρουν το νήμα που τις συνδέει και αυτό δεν είναι άλλο από την αντιπαράθεση με τις αντιλαϊκές πολιτικές.
Οι κάτοικοι και οι εργαζόμενοι λοιπόν μπορούν και πρέπει να πάρουν τον αγώνα στα χέρια τους, δημιουργώντας όρους πραγματικής αντιπαράθεσης και ρήξης, σε ένα μέτωπο αντίστασης και ανατροπής για να δώσουν την αναγκαία νικηφόρα προοπτική στις μικρές, αλλά και στις μεγάλες αντιπαραθέσεις, καθώς η μάχη ενάντια στο ξεπούλημα του χώρου και της παράδοσής του σε ιδιωτικά συμφέροντα είναι αναπόσπαστο μέρος της συνολικής πολιτικής μάχης ενάντια στην πολιτική των μνημονίων κυβέρνησης – ΕΕ – ΔΝΤ και πρέπει να συσπειρώσει όλο το λαό και τους εργαζόμενους για να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους!
Σήμερα ο αγώνας για το αεροδρόμιο οφείλει:
· Να διεκδικήσει τη μετατροπή του πρώην αεροδρομίου σε πάρκο υψηλού πρασίνου, χωρίς επιχειρηματικές δραστηριότητες, χωρίς οικοπεδοποίηση και οικιστική ανάπτυξη, απέναντι σε διαχειριστικές λογικές «αυτοχρηματοδότησης του πάρκου», «άλλης αξιοποίησης» ή ακόμα και «πράσινης ανάπτυξης» που τα «αποτελέσματά» τους φαίνονται από τα φουγάρα του Θριασίου, τα κατεστραμμένα Μεσόγεια, τη «διπλή ανάπλαση» του Ελαιώνα, το «Μητροπολιτικό Πάρκο» στο Γουδί και επαναφέρουν από την πίσω πόρτα την κυρίαρχη πολιτική.
· Να μην εγκλωβιστεί στο πλαίσιο ενός πολιτικού μετώπου διαμαρτυρίας ετερόκλητων πολιτικών ή/και θεσμικών φορέων, παρέχοντας άλλοθι σε όσους στηρίζουν ή και υλοποιούν την κυρίαρχη πολιτική όλα αυτά τα χρόνια, ούτε επίσης και στο πλαίσιο ενός περιβαλλοντικού κινήματος που, εθελοτυφλώντας, αδυνατεί να ανοίξει δρόμους στην κοινωνική δυναμική.
· Να ακολουθήσει το ισχυρό χνάρι της λαϊκής αυτοοργάνωσης, των λαϊκών επιτροπών και συνελεύσεων, που είχε σημαντική συμβολή στην αναστολή της κατασκευής των νέων αυτοκινητόδρομων στη νότια Αθήνα.
· Να εμπιστευθεί τις ανεξάντλητες δυνάμεις του λαού και να συναντήσει τον άκαμπτο αγώνα των κατοίκων της Κερατέας, με τις νέες δυναμικές μορφές κοινωνικής αντίστασης που γεννά η διογκούμενη κοινωνική οργή, όπως το κίνημα της ανυπακοής για τα εισιτήρια και τα διόδια, το κίνημα ενάντια στους αυτοκινητόδρομους, αλλά και τους αγώνες για δημόσια δωρεάν εκπαίδευση και υγεία και την εντεινόμενη πάλη των εργαζομένων και της νεολαίας για τα δικαιώματά τους, ενάντια στην κυρίαρχη πολιτική.
· Να αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα και σημαντικό σταθμό της πάλης του λαού ενάντια στα μνημόνια, που η επιτυχημένη της έκβαση θα αποτελέσει σταθμό του κινήματος συμβάλλοντας έτσι και στην ανατροπή της κυβέρνησης και την ρήξη με την κυρίαρχη πολιτική, ΕΕ και ΔΝΤ.
Να απαιτήσουμε:
· Το πρώην αεροδρόμιο του Ελληνικού να γίνει Πάρκο Φυσικού Πρασίνου, πάρκο του λαού και όχι του κεφαλαίου. Οι υπάρχουσες ή άλλες υποδομές να αποδοθούν στις πραγματικές ανάγκες των κατοίκων της Αθήνας (μαζικό αθλητισμό, πολιτιστικές δραστηριότητες κ.α.).
· Να κατοχυρωθεί άμεσα η ελεύθερη και δωρεάν πρόσβαση στο χώρο του πρώην αεροδρομίου, στις ολυμπιακές εγκαταστάσεις και την παραλία του Αγίου Κοσμά.
· Καμία οικοπεδοποίηση και οικιστική-οικοδομική «ανάπτυξη». Καμία εκχώρηση όλου ή τμήματος του χώρου σε ιδιώτες επιχειρηματίες για κανένα λόγο και με καμιά μορφή. Το κράτος – κεντρικό, περιφερειακό και τοπικό - να αναλάβει το κόστος για την κατασκευή και τη συντήρηση του πάρκου, χωρίς καμία αύξηση τελών και φορολογίας. Οι εργαζόμενοι δεν θα πληρώσουν!
· Να απομακρυνθούν όλες οι χρήσεις και να απαγορευτούν όλες οι δραστηριότητες (πίστες αυτοκινήτων, εκθέσεις, εγκαταστάσεις κινηματογραφήσεων, στρατιωτικές και αστυνομικές εγκαταστάσεις, κάμερες , κλπ), που υπονομεύουν τη μετατροπή του σε Πάρκο Φυσικού Πρασίνου.
· Καμία νέα λεωφόρος στην περιοχή. Δωρεάν μαζικές μεταφορές για τους κατοίκους. Απομάκρυνση των ξενυχτάδικων και κάθε ιδιωτικής εγκατάστασης από την παραλία.
Εμπρός στο δρόμο του αγώνα
Η Πρωτοβουλία Κατοίκων στα Νότια εδώ και χρόνια έχει επισημάνει ότι ο αγώνας για το πρώην αεροδρόμιο αποτελεί ένα κρίσιμο ζήτημα για το λαϊκό και εργατικό κίνημα και τις οργανωμένες δυνάμεις που συμμετέχουν σε αυτό.
Πλέον, το καταστροφικό ενδεχόμενο του οριστικού ξεπουλήματος του χώρου βρίσκεται προ των πυλών γεγονός που κάνει επιτακτική την ανάγκη της οικοδόμησης των αναγκαίων κινηματικών και πολιτικών δομών με σκοπό την νικηφόρα διεκδίκηση του χώρου του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού προς όφελος των λαϊκών συμφερόντων, για να γίνει πάρκο του λαού και όχι του κεφαλαίου , αλλά και την ενίσχυση της συνολικής μάχης για την ανατροπή των μνημονίων και της πολιτικής κυβέρνησης – ΕΕ – ΔΝΤ.
Δύο χρόνια τώρα, το εργατικό και λαϊκό κίνημα δίνει σκληρές μάχες στην κατεύθυνση της συνολικής ανατροπής της αντιλαϊκής πολιτικής. Από την πρόσφατη όξυνση των εργατικών αγώνων, τα κινήματα ανυπακοής και των πλατειών και τα αλεπάλληλα ξεσπάσματα της οργής και αγανάκτησης του λαού φαίνεται ότι και η μάχη για το αεροδρόμιο μπορεί να ακολουθήσει νικηφόρα πορεία.
Ως σχήμα γειτονιάς, ως αριστερή αντικαπιταλιστική κίνηση πόλης θα συμβάλλουμε με όλες τις δυνάμεις μας σε αυτή την κατεύθυνση. Ειδικότερα για το ζήτημα του αεροδρομίου θεωρούμε κρίσιμη τη συνεύρεσή μας με όλες τις αγωνιζόμενες δυνάμεις τόσο σε επίπεδο κοινής δράσης, όσο και σε επίπεδο – στο βαθμό που είναι εφικτό – κοινής πολιτικής συμπόρευσης θεωρώντας ότι αυτό θα συνεισφέρει τόσο στην ενίσχυση των λαϊκών διεκδικήσεων όσο και στην οικοδόμηση σε κάθε γειτονιά, σε κάθε περιοχή των αναγκαίων μορφών λαϊκής αυτοοργάνωσης και αγώνα, των αναγκαίων κοινωνικών όρων για την αποτροπή του ξεπουλήματος του αεροδρομίου και της δημόσιας περιουσίας, αλλά και γενικότερα για ένα κίνημα ρήξης και ανατροπής με τις αντιλαϊκές πολιτικές κυβέρνησης/ΕΕ/ΔΝΤ.
Το επόμενο διάστημα θα πάρουμε πρωτοβουλίες για να αξιοποιηθεί τόσο η κατακτημένη αγωνιστική εμπειρία και δομές που έχει δημιουργήσει η κοινή δράση στο κίνημα, όσο όμως και για τη συγκρότηση της αναγκαίας – κατά την άποψη μας - ανοιχτής, δημοκρατικής, αγωνιζόμενης Πρωτοβουλίας που θα συμβάλλει στο μαζικό λαϊκό αγώνα για το Ελληνικό.
Πρωτοβουλία Κατοίκων στα Νότια